Η ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΩΝ ΔΙΕΘΝΩΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΟΥ ΨΥΧΡΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ
Παρούλα Νάσκου-Περράκη
συμβολή στο Θ.Καρβουναράκης (επιμ.) ”Ψυχρός Πόλεμος, μια διεπιστημονική προσέγγιση ”, Εκδόσεις Ι. Σιδέρη, Αθήνα, 2012, σελ. 459-488
- Ο ΟΗΕ και τα δικαιώματα του ανθρώπου
- Εισαγωγή
Τα δικαιώματα του ανθρώπου υπέστησαν και αυτά την επίδραση των διεθνών πολιτικών εξελίξεων και της ιδεολογίας των δύο αντιμαχομένων Μεγάλων Δυνάμεων κατά τη διάρκεια του ψυχρού πολέμου. Η νίκη κατά του Άξονα είχε παράλληλη συνέπεια να περιέλθει ο ρόλος των ευρωπαϊκών δυνάμεων σε δεύτερη μοίρα, η Κίνα μέχρι το 1971 εκπροσωπούνταν στον ΟΗΕ από την κυβέρνηση της Ταϊβάν, ενώ το Ηνωμένο Βασίλειο και η Γαλλία άρχισαν να χάνουν τις αποικίες τους, μια και η αποαποικιοποίηση ήταν βασικός στόχος του Οργανισμού[1]. Μοιραία, λοιπόν, αναδείχθηκε ο ηγετικός ρόλος των δύο υπερδυνάμεων, των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής (ΗΠΑ) και της Ένωσης Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών (ΕΣΣΔ) στην παγκόσμια πολιτική σκηνή[2]. Γύρω τους συσπειρώθηκαν αρχικά τα υπόλοιπα κράτη, στηρίζοντας κατά την ψηφοφορία ενώπιον της Γενικής Συνέλευσης (Γ.Σ.) του ΟΗΕ, την μία ή την άλλη πλευρά.
Το ζήτημα της προστασίας των δικαιωμάτων του ανθρώπου το έθιξε το 1941 ο πρόεδρος των ΗΠΑ Franklin Roosevelt προβαίνοντας εκ μέρους της Δύσης, στην πρώτη επίσημη δήλωση που αναφερόταν στα δικαιώματα του ανθρώπου, σε διάγγελμα που απηύθυνε προς το Κογκρέσο, γνωστό ως «Λόγος των Τεσσάρων Ελευθεριών»[3]. Οι τέσσερις βασικές αρχές, της ελευθερίας της γνώμης, της θρησκείας, της απαλλαγής από την ανάγκη και της απαλλαγής από το φόβο[4], αν και περιορισμένες σε αριθμό, έδωσαν την κατευθυντήρια γραμμή για τη σύνταξη του πρώτου συμμαχικού σχεδίου για τη μορφή της οργάνωσης στο μεταπολεμικό κόσμο. Στη Διακήρυξη της Τεχεράνης, στις 2 Δεκεμβρίου 1943, στην οποία συναντήθηκαν οι τέσσερις Μεγάλες Δυνάμεις (ΗΠΑ, ΕΣΣΔ, Κίνα και Μεγάλη Βρετανία), τόνισαν την επιθυμία δημιουργίας ενός διεθνούς Οργανισμού με σκοπό την κατάργηση της τυραννίας, της δουλείας, της καταπίεσης και της μισαλλοδοξίας και την ανάγκη ειρηνικής διαβίωσης των λαών, μακράν της τυραννίας, σύμφωνα με τους πόθους και τη συνείδησή τους[5]. Κοινό μέλημα των λαών της εποχής αυτής ήταν η επιθυμία τους για παροχή ελευθεριών και κατοχύρωση των δικαιωμάτων τους.
Στη Διάσκεψη του Dumbarton Oaks[6] υπήρχε ρητή αναφορά στο κεφάλαιο ΙΧ του σχεδίου, ότι ο Οργανισμός που θα δημιουργηθεί, οφείλει να διευκολύνει την επίλυση των διεθνών προβλημάτων κοινωνικής και οικονομικής τάξης και να προάγει το σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και θεμελιωδών ελευθεριών, αναθέτοντας στον Οργανισμό την προστασία τους.
Η ΕΣΣΔ αντιτάχθηκε αρχικά στην ιδέα να διευρύνει ο νέος Οργανισμός τις αρμοδιότητές του στην οικονομική και κοινωνική συνεργασία, και από κοινού με το Ηνωμένο Βασίλειο διατύπωσαν επιφυλάξεις στην ενσωμάτωση των δικαιωμάτων του ανθρώπου στο Χάρτη[7]. Τα περισσότερα κράτη όμως ήθελαν να αναθέσουν εξουσίες στα όργανα του Οργανισμού, έτσι ώστε τα δικαιώματα του ανθρώπου να είναι πιο αποτελεσματικά, απ’ ό,τι ήταν στο πλαίσιο της Κοινωνίας των Εθνών[8].
Προς αυτή την κατεύθυνση συνέβαλαν και οι αποφάσεις του Διεθνούς Στρατιωτικού Δικαστηρίου της Νυρεμβέργης[9], για τη δίωξη των εγκληματιών του Πολέμου, καταδικάζοντας άτομα για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας και κατά της ειρήνης[10].
Όπως διατυπώθηκε χαρακτηριστικά στην απόφαση του Δικαστηρίου: «τα εγκλήματα κατά του διεθνούς δικαίου διαπράττονται από άτομα, όχι από αόριστες οντότητες και μόνο με τον κολασμό των ατόμων που έχουν διαπράξει τέτοια εγκλήματα είναι δυνατή η ενδυνάμωση του διεθνούς δικαίου[11]». Έτσι, η ΕΣΣΔ και το Ηνωμένο Βασίλειο υποχώρησαν αρχικά, αντιτάχθηκαν όμως αργότερα στην υιοθέτηση ενός παραρτήματος στο Χάρτη που θα περιελάμβανε κατάλογο με τα δικαιώματα του ανθρώπου.
1.2. Οι διατάξεις του Χάρτη και οι θεσμοί για την προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου.
Στη Διάσκεψη του Αγίου Φραγκίσκου, που έληξε με την υπογραφή του Καταστατικού Χάρτη του ΟΗΕ, υπήρξε μία ιδεολογική βάση για την προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου και ένα φιλικό κλίμα για να πρυτανεύσουν αρχές, όπως αυτή της ισότητας και της αυτοδιάθεσης των λαών. Το προοίμιο του Καταστατικού Χάρτη του ΟΗΕ περιέλαβε αρχές, όπως αυτή της διεθνούς προστασίας δικαιωμάτων του ανθρώπου, η εφαρμογή της οποίας είχε καταστεί αναγκαία για την ειρηνική διαβίωση των λαών[12]. Πέραν αυτού, σε μία σειρά από διατάξεις του[13] υπογραμμίζει τη σημασία που αποδίδει στα δικαιώματα αυτά, ενώ δεν είναι τυχαίο ότι η προστασία τους αποτελεί έναν από τους τρεις σκοπούς του Οργανισμού, που είναι η επίτευξη της διεθνούς συνεργασίας για την επίλυση διεθνών προβλημάτων, «προάγοντας και ενθαρρύνοντας το σεβασμό των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών για όλους, χωρίς διάκριση φυλής, φύλου, γλώσσας ή θρησκείας[14]». Σε άλλες διατάξεις καθορίζεται η υποχρέωση των κρατών να ενθαρρύνουν το σεβασμό για τα δικαιώματα του ανθρώπου και να συνεργαστούν με τον Οργανισμό για την επιτυχία του σκοπού αυτού. Ο Χάρτης αποτελεί με τον τρόπο αυτό τη βάση των νομικών υποχρεώσεων των κρατών-μελών του ΟΗΕ στο σεβασμό και στην πρόοδο των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών[15].
Το σύστημα των Ηνωμένων Εθνών βασίζεται σε ένα θεμελιώδες αξίωμα, αυτό της προστασίας της αξιοπρέπειας και αξίας του ατόμου, του σεβασμού των δικαιωμάτων όλων των ανθρώπων, γεγονός που υπερβαίνει τους νόμους των κρατών. Έτσι, ζητήματα που ενέπιπταν παραδοσιακά στην εσωτερική δικαιοδοσία των κρατών, ανατίθενται στον ΟΗΕ, ο οποίος εξετάζει τη στάση των κρατών απέναντι στους υπηκόους τους. Η ιδέα αυτή καθ’ εαυτή έχει επαναστατικό χαρακτήρα[16].
Στη θεωρία υπήρξε αρκετή διαμάχη κατά πόσον οι διατάξεις του Χάρτη του ΟΗΕ, που κατοχυρώνουν τα δικαιώματα του ανθρώπου, δημιουργούν νομικές δεσμευτικές υποχρεώσεις στα κράτη μέλη για το σεβασμό των δικαιωμάτων αυτών. Επίσης κατά πόσο οι ανωτέρω διατάξεις συμπορευόμενες με την μεταγενέστερη ανάπτυξη της διεθνούς προστασίας δικαιωμάτων του ανθρώπου, όπως είναι η Οικουμενική Διακήρυξη Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΟΔΔΑ), τα δύο Διεθνή Σύμφωνα, διεθνείς συμβάσεις και αποφάσεις της Γ.Σ. του ΟΗΕ ή άλλων οργάνων, καθώς και η πρακτική των κρατών, δημιουργούν δεσμευτικές υποχρεώσεις. Η κρατούσα άποψη είναι ότι ο Χάρτης μαζί με τις υπόλοιπες διεθνείς πράξεις δημιουργούν κανόνες δικαιωμάτων του ανθρώπου,[17] έτσι ώστε όλα τα κράτη μέλη του Οργανισμού να δεσμεύονται νομικά από τις υποχρεώσεις που απορρέουν από αυτές.
Την επαύριο της λειτουργίας του ΟΗΕ, διαμαρτυρίες για την παραβίαση των δικαιωμάτων του ανθρώπου άρχισαν να υποβάλλονται από κάθε γωνιά του πλανήτη.
Δύο κύρια όργανα ανέλαβαν να θέσουν άμεσα σε εφαρμογή τις αρχές του Χάρτη στον τομέα των δικαιωμάτων του ανθρώπου. Η Γ.Σ. και το Οικονομικό και Κοινωνικό Συμβούλιο (ECOSOC). Το πρόγραμμα που είχαν υιοθετήσει περιελάμβανε μία Διακήρυξη, ένα Σύμφωνο και ένα μηχανισμό κυρώσεων.
Στις 16 Φεβρουαρίου 1946, το ECOSOC δημιούργησε ένα βοηθητικό όργανο την Επιτροπή Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, βασισμένο στο άρθρο 68 του Χάρτη[18]. Σύμφωνα με την απόφαση του ECOSOC, η Επιτροπή Δικαιωμάτων του Ανθρώπου θα υπέβαλλε προτάσεις, συστάσεις και εκθέσεις στο ECOSOC σχετικά με μία α) Διακήρυξη Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, β) Διεθνείς Συμβάσεις για τις ατομικές ελευθερίες, για το καθεστώς των γυναικών, την ελευθερία πληροφόρησης και παρόμοια ζητήματα με μηχανισμό ελέγχου, γ) προστασίας μειονοτήτων, δ) αποτροπής διακρίσεων ως προς φυλή, φύλο, γλώσσα, θρησκεία. Η Επιτροπή θα μελετά, συστήνει, παρέχει πληροφορίες κι άλλες υπηρεσίες μετά από αίτημα του ECOSOC[19]. Λίγο αργότερα, το ECOSOC συνέστησε την Επιτροπή για το καθεστώς των Γυναικών και εξουσιοδότησε την Επιτροπή Δικαιωμάτων του Ανθρώπου να δημιουργήσει την Υποεπιτροπή καταπολέμησης των διακρίσεων και προστασίας των μειονοτήτων[20]. Στη δεύτερη συνεδρίασή του το ECOSOC διεύρυνε την εντολή της Επιτροπής, έτσι ώστε να ασχολείται και με όλα τα ζητήματα που αφορούν δικαιώματα του ανθρώπου και δεν περιλαμβάνονται στα ανωτέρω ειδικά ζητήματα[21], ενώ αργότερα, το 1970 με την απόφαση 1503 (XLIII) το ECOSOC έδωσε τη δυνατότητα σε άτομα ή ομάδες ατόμων να υποβάλλουν προσφυγή ενώπιον της Υποεπιτροπής καταπολέμησης των διακρίσεων και προστασίας των μειονοτήτων, καταγγέλλοντας παραβιάσεις των δικαιωμάτων του ανθρώπου[22].
- Η Οικουμενική Διακήρυξη Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
Το 1947, η Επιτροπή δικαιωμάτων του Ανθρώπου υπό την Προεδρία της Eleanor Roosevelt, άρχισε τις εργασίες της για την επεξεργασία ενός σχεδίου Διακήρυξης με εντολή του ECOSOC[23].
Το σχέδιο Διακήρυξης υποβλήθηκε στη Γ.Σ. κι η συζήτηση ενώπιον της 3ης Επιτροπής της Γ.Σ. διήρκησε δύο μήνες. Υιοθετήθηκε από τη Γ.Σ. στις 10 Δεκεμβρίου 1948, έγινε δεκτή χωρίς ψηφοφορία με αποχή 8 κρατών της Λευκορωσίας, Τσεχοσλοβακίας, Πολωνίας, Σαουδικής Αραβίας, Ουκρανίας, Νοτιοαφρικανικής Ένωσης, ΕΣΣΔ, Γιουγκοσλαβίας[24].
Η αποχή της ΕΣΣΔ προκάλεσε εντύπωση και πολλοί προσπάθησαν να καταγράψουν την αιτία, βασισμένοι κυρίως στο λόγο του σοβιετικού αντιπροσώπου Andrei Vychinsky. Ο Vyshinsky τόνισε ότι η ΟΔΔΑ περιέχει μερικά θετικά στοιχεία, όμως θα έπρεπε να περιλαμβάνει μέτρα προκειμένου να υποχρεωθούν τα κράτη να εγγυηθούν το σεβασμό των δικαιωμάτων του ανθρώπου, διότι αλλιώς στερείται νοήματος. Δεν περιλαμβάνει διατάξεις που να απαγορεύουν τη διάδοση φασιστικών ιδεών ως και του φυλετικού και εθνικού μίσους και την παρότρυνση σε πόλεμο, θα ήθελε να περιλαμβάνει μεγαλύτερο αριθμό κοινωνικών δικαιωμάτων, καθώς και διατάξεις που να προστατεύουν τις μειονότητες. Εκείνο, όμως που οδήγησε την ΕΣΣΔ στην αποχή ήταν η παράλειψη να τονιστεί η αρχή της κρατικής κυριαρχίας ως και αυτή του άρθρο 2, παρ.7 του Χάρτη, περί μη επέμβασης στα εσωτερικά των κρατών[25].
Αυτή ήταν και η πρώτη διάσταση των δύο Μεγάλων Δυνάμεων στο πεδίο της διεθνούς προστασίας των δικαιωμάτων του ανθρώπου[26]. Θα πρέπει να σημειωθεί στο σημείο αυτό ότι η κριτική που ασκήθηκε από το σοβιετικό αντιπρόσωπο είχε τις ρίζες της στην αντίληψη της Σοβιετικής επιστήμης για το Διεθνές Δίκαιο, το οποίο θεωρούσε ότι αποτελεί έννομη τάξη ξεχωριστή από αυτήν του εσωτερικού δικαίου[27]. Σύμφωνα με τη σοβιετική αντίληψη, οι δύο έννομες τάξεις είναι χωρισμένες, διότι προέρχονται από διαφορετικές βάσεις, η μία αναφέρεται στο εσωτερικό δίκαιο και η άλλη στο διεθνές δίκαιο και αφορούν διαφορετικά υποκείμενα. Επίσης, δεν θα πρέπει να λησμονούμε τη μαρξιστική αντίληψη περί των ατομικών ελευθεριών, όπως διατυπώθηκε στο Κομμουνιστικό Μανιφέστο, κι όπου ο μαρξισμός θεωρούσε τις ατομικές ελευθερίες ως τυπικές ελευθερίες στερούμενες ενός πραγματικού περιεχομένου[28]. Αργότερα, στη Διακήρυξη του Λένιν του 1918, το άτομο και τα κλασσικά θεμελιώδη δικαιώματα υποχωρούν υπέρ του συνόλου και των συλλογικών δικαιωμάτων ή των δικαιωμάτων των μαζών. Όπως ανέφερε χαρακτηριστικά ο Στάλιν «ο σοσιαλισμός δεν αρνείται τα συμφέροντα του ατόμου, αλλά τα εναρμονίζει με τα συμφέροντα του συνόλου. Μόνο η σοσιαλιστική κοινωνία μπορεί να ικανοποιήσει πλήρως τα συμφέροντα του ατόμου και παρουσιάσει εγγύηση για την προστασία των ατομικών συμφερόντων»[29].
Εκτός της Σοβιετικής αντιπροσωπείας και άλλες αντιπροσωπείες εξέφρασαν κριτική για την ΟΔΔΑ. Έτσι, οι αραβικές χώρες, που την ψήφισαν, πλην της Σαουδικής Αραβίας, έφεραν αντίρρηση σε ορισμένα άρθρα που ήταν αντίθετα με τη μουσουλμανική θρησκεία[30]. Η Νοτιοαφρικανική Ένωση, που απείχε, τόνισε ότι τα κοινωνικά και οικονομικά δικαιώματα δε θα έπρεπε να συμπεριλαμβάνονται στη Διακήρυξη, διότι υπερέβαιναν τα όρια που καθορίζει ο Χάρτης[31], ενώ ο Καναδάς, παρόλο που ψήφισε, υπογράμμισε ότι η ΟΔΔΑ ήταν διατυπωμένη κατά τρόπο γενικό, όσον αφορά τις υποχρεώσεις και τα δικαιώματα[32].
Όπως τόνισε η Πρόεδρος της Επιτροπής Eleanor Roosevelt στη Γ.Σ., η Διακήρυξη «περιέχει τις βασικές αρχές που πρέπει να λειτουργούν ως κοινό ιδεώδες για όλα τα κράτη και μπορεί κάλλιστα να θεωρηθεί ως η Magna Charta της ανθρωπότητας». Έτσι, η ΟΔΔΑ, χωρισμένη από το κύριο σώμα του Χάρτη του ΟΗΕ, έτυχε ευρείας αμφισβήτησης ως κείμενο μικρότερης νομικής αξίας από τον ίδιο το Χάρτη. Ο τελευταίος, λόγω των επικυρώσεων, έγινε αναπόσπαστο μέρος του εσωτερικού δικαίου των κρατών-μελών, ενώ δεν συνέβη το ίδιο με την ΟΔΔΑ.
Ωστόσο, η πρώτη απόφαση του προγράμματος που είχαν αναλάβει τα όργανα του ΟΗΕ περατώθηκε γρήγορα , ενισχύοντας το χαρακτήρα του φυσικού προσώπου ως υποκειμένου του διεθνούς δικαίου.
Η ΟΔΔΑ είναι ένα κείμενο αρκετά πολύπλοκο, θέτει τις γενικές αρχές προστασίας των δικαιωμάτων του ανθρώπου και απαριθμεί λεπτομερώς τα δικαιώματα και τις ελευθερίες που κρίνει άξια να προστατευθούν διεθνώς. Αναφερόμενη σε όλους τους λαούς και όλα τα έθνη, εξασφαλίζει την απόλαυση όλων των δικαιωμάτων που αναγνωρίζει χωρίς διαφοροποίηση, αποσιωπώντας το ζήτημα της αυτοδιάθεσης των λαών. Η μη αναφορά του κειμένου στην αρχή της αυτοδιάθεσης των λαών[33] οφείλετο στην πίεση των πρώτων αποικιακών δυνάμεων, γεγονός που τις έφερε σε αντιπαράθεση με την ΕΣΣΔ κι άλλα σοσιαλιστικά κράτη[34]. Ανάμεσα σ’ αυτά τονίζεται ότι η αξιοπρέπεια του ανθρώπου είναι το βάθρο της ελευθερίας, της δικαιοσύνης και της ειρήνης. Η ΟΔΔΑ περιλαμβάνει τόσο ατομικές ελευθερίες του κλασσικού τύπου, όσο και οικονομικά και κοινωνικά δικαιώματα.. Όμως τα τελευταία σε περιορισμένο αριθμό, έτσι που θα μπορούσε να πει κανείς ότι καθιέρωσε κυρίως αρχές της φιλελεύθερης δημοκρατίας δυτικού τύπου, παρ’ όλη την προσπάθειά της να εκφράσει αρχές που διεκδικούσε το σύνολο των κρατών-μελών του ΟΗΕ. Αποτέλεσε για την εποχή της κείμενο υψίστης ηθικής αξίας, την πρώτη συγκροτημένη πράξη που υιοθέτησε ο ΟΗΕ στον τομέα των δικαιωμάτων του ανθρώπου. Αναγορεύτηκε ως το κοινό ιδανικό που πρέπει να επιδιώκεται από όλους τους λαούς και όλα τα έθνη[35], ως η διεθνής πράξη που αναβαθμίζει το άτομο και το καθιστά δέκτη δικαιωμάτων και υποκείμενο του διεθνούς δικαίου, μια και είναι άμεσος φορέας των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων σε διεθνές επίπεδο[36]. Ταυτόχρονα με την ΟΔΔΑ άνοιξε ο δρόμος για τη διεθνοποίηση και την αποτελεσματική προστασία των ατομικών ελευθεριών.
Το κείμενο έτυχε ευρείας δημοσιότητας και με πρόταση της UNESCO, η 10η Δεκεμβρίου καθιερώθηκε παγκόσμια να γιορτάζεται ως η ημέρα των δικαιωμάτων του ανθρώπου σε όλο τον κόσμο.
Ωστόσο, το όραμα και η ελπίδα για ένα καλύτερα κόσμο στον τομέα των δικαιωμάτων του ανθρώπου ανακόπηκε με την απαρχή του ψυχρού πολέμου. Τα κράτη ομαδοποιημένα γύρω από τις δύο μεγάλες δυνάμεις, έδωσαν διαφορετική βαρύτητα στο ποια δικαιώματα του ανθρώπου είναι σημαντικά και θεμελιώδη.
Εν κατακλείδι, τα πρώτα 3 χρόνια εφαρμογής του Χάρτη (1945-1948) μέχρι την υιοθέτηση της ΟΔΔΑ, οι πρωτοβουλίες των Μεγάλων Δυνάμεων είχαν σχέση με τον ψυχρό πόλεμο, και η Γ.Σ. είχε καταλήξει μία αρένα παιχνιδιού ανάμεσα σε ΕΣΣΔ από τη μία πλευρά και τους Βρετανούς και τους Αμερικάνους από την άλλη, ενώ τα μικρά κράτη προέβαλαν δικά τους ζητήματα, συχνά συνδεδεμένα με τα δικαιώματα του ανθρώπου[37].
Ένα πρώτο παράδειγμα της πρακτικής αυτής ήταν η υιοθέτηση από τη Γ.Σ. της Σύμβασης κατά της Γενοκτονίας, το 1948, αμέσως μόλις αποφασίσθηκε ότι η γενοκτονία ανήκει στην κατηγορία των εγκλημάτων, ένα δεύτερο θέμα σχετίστηκε με την πολιτική κατά των φυλετικών διακρίσεων, ενώ ακολούθησαν και μία σειρά άλλα ζητήματα που οδήγησαν σε συζητήσεις στη Γ.Σ. κυρίως για την καταπάτηση των δικαιωμάτων του ανθρώπου στη Βουλγαρία, Ουγγαρία και Ρουμανία. Οι Μεγάλες Δυνάμεις άρχισαν να χρησιμοποιούν τα δικαιώματα του ανθρώπου ως μέσο για να επιτεθούν η μία εναντίον της άλλης, μετατρέποντας έτσι τη Γ.Σ σ’ ένα forum στο οποίο σ’ έναν βαθμό δημοσιοποιούνταν διεθνώς οι παραβιάσεις των δικαιωμάτων του ανθρώπου[38]. Από την πλευρά της η ΕΣΣΔ δημιούργησε ζήτημα ενώπιον της Επιτροπής Δικαιωμάτων του Ανθρώπου για το θέμα των φυλετικών διακρίσεων στις ΗΠΑ, ιδιαίτερα σε βάρος των αφρικανικής καταγωγής αμερικανών πολιτών[39].
1.4. Τα Σύμφωνα του ΟΗΕ
Η διαμάχη συνεχίστηκε στην Επιτροπή το 1949, μετά από πρόταση της ΕΣΣΔ και άλλων κρατών, να διευρυνθεί το σχέδιο που είχε ήδη προχωρήσει για τη σύνταξη ενός Συμφώνου για τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα, ώστε να συμπεριλαμβάνει οικονομικά, κοινωνικά και πολιτιστικά δικαιώματα[40]. Η Επιτροπή έκρινε ότι θα έπρεπε να αρχίσουν από την αρχή τη μελέτη των δικαιωμάτων αυτών, αφού μελετήσουν και το έργο που είχε επιτευχθεί στο πλαίσιο της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (ΔΟΕ), της UNESCO, του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) και άλλων διεθνών οργανισμών, γεγονός που θα προκαλούσε μεγάλη καθυστέρηση.
Στις αρχές του 1950, η ΕΣΣΔ δεν εμφανίστηκε στις εργασίες της Επιτροπής Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, η αγγλοαμερικανική πλευρά ζήτησε να προχωρήσει άμεσα το σχέδιο Συμφώνου για τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα στη Γ.Σ., αλλά το ECOSOC ζήτησε από τη Γ.Σ. να εξετάσει το θέμα και να αποφασίσει αν υπάρχει ανάγκη υιοθέτησης περισσότερων Συμφώνων[41]. Στην ψηφοφορία που έγινε στη Γ.Σ. τα κράτη-μέλη ψήφισαν υπέρ της ενσωμάτωσης των οικονομικών, κοινωνικών και πολιτιστικών δικαιωμάτων στο σχέδιο του Συμφώνου για τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα[42]. Όμως, η Επιτροπή Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, ακολουθώντας τις οδηγίες που έλαβε από το ECOSOC και τη Γ.Σ. προέβη σε μία σημαντική προσπάθεια, καλώντας εκπροσώπους από τρείς διεθνείς Οργανισμούς (UNESCO, ΔΟΕ, ΠΟΥ), για να εξετάσουν τα δικαιώματα που δε συμπεριλαμβάνονταν μέχρι στιγμής στο αρχικό σχέδιο του Συμφώνου.
Στη συνέχεια επανέφερε το ερώτημα: ένα ή περισσότερα Σύμφωνα.
Τα μέλη της Επιτροπής κατέθεσαν τις απόψεις τους αναπτύσσοντας μία σειρά από επιχειρήματα. Τα επιχειρήματα της πλευράς που ήταν υπέρ των δύο Συμφώνων επικεντρώθηκαν στο διαχωρισμό που κάνει η ίδια η ΟΔΔΑ, η οποία στα άρθρα 2-14, 18, 19 και 20 αναφέρεται στα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα και στα άρθρα 22-27 αναφέρεται στα οικονομικά, κοινωνικά και πολιτιστικά δικαιώματα. Θα πρέπει επομένως να δοθεί εξίσου βαρύτητα και στις δύο κατηγορίες δικαιωμάτων.
Επίσης η δημιουργία δύο Συμφώνων θα διευκόλυνε τη γρήγορη υιοθέτησή τους, ενώ αντίθετα, ένα Σύμφωνο με το σύνολο των δικαιωμάτων θα ήταν μάλλον «βαρύ»[43] και δεν θα κατάφερνε να συγκεντρώσει την αναμενόμενη πλειοψηφία στην ψηφοφορία.
Από την πλευρά της, η άποψη της υιοθέτησης ενός Συμφώνου αναφέρθηκε στην απόφαση της Γ.Σ.[44], σύμφωνα με την οποία η ΟΔΔΑ προσβλέπει στο άτομο ως ένα πρόσωπο στο οποίο πρέπει να εφαρμόζονται με σεβασμό όλα τα δικαιώματα είτε ατομικά και πολιτικά, είτε οικονομικά, κοινωνικά και πολιτιστικά.
Κατά την άποψη της Γ.Σ. δεν υπάρχουν δικαιώματα του ανθρώπου πρώτης και δεύτερης κατηγορίας, ενώ από την άλλη πλευρά το άτομο έχει ανάγκη εκπαίδευσης, εργασίας, κοινωνικής ασφάλειας, συμμετοχής σε συνεταιρισμούς κ.α.
Η Επιτροπή απέφυγε να λάβει θέση στο θέμα αυτό και παρέπεμψε το ζήτημα στη Γ.Σ. που πραγματοποιήθηκε στο Παρίσι στις 4 Φεβρουαρίου 1952. Η Γ.Σ. οδηγήθηκε στην υιοθέτηση δύο Συμφώνων που με τη σειρά τους οδήγησαν τους θεωρητικούς στην αντίληψη περί πρώτης και δεύτερης γενιάς δικαιωμάτων του ανθρώπου[45], ανάλογα με τον κυρωτικό μηχανισμό και την αγωγιμότητά τους.
Κατά τη σύνοδο του 1954, η Επιτροπή πρότεινε τη λειτουργία των Συμφώνων με την αποστολή περιοδικών εκθέσεων από τα κράτη, για τον τρόπο με τον οποίο εφαρμόζουν στην επικράτειά τους τα Σύμφωνα. Η επέμβαση της Επιτροπής Δικαιωμάτων του Ανθρώπου προβλέπεται μόνο για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα. Η 3η Επιτροπή της Γ.Σ. εργαζόταν αδιάκοπα για την ολοκλήρωση του σχεδίου, όπως δόθηκε το 1954 από την Επιτροπή Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και δώδεκα χρόνια μετά, το 1966 τα δυο Σύμφωνα υιοθετηθήκαν από τη Γ.Σ του ΟΗΕ.
Με την κύρωση του Συμφώνου για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα, το κράτος αναγνωρίζει δικαιώματα όπως αυτό της ζωής, ελευθερίας, ασφάλειας, ιδιωτικής ζωής, εξασφαλίζει προστασία από βασανιστήρια κ.α.
Όσα κράτη κύρωσαν το Σύμφωνο για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Πολιτιστικά Δικαιώματα (ΣΟΚΠΔ) αναγνωρίζουν την ευθύνη τους να προάγουν καλύτερους όρους διαβίωσης, το δικαίωμα στην εργασία, επαρκή αμοιβή, κοινωνικά ασφάλεια, επίπεδο ζωής κ.α.
Και τα δύο αναγνωρίζουν το δικαίωμα των λαών στην αυτοδιάθεση, στην απαγόρευση των διακρίσεων κατά την απόλαυση των δικαιωμάτων που εγγυώνται.
Το πρώτο περιλαμβάνει έναν μηχανισμό ελέγχου που είναι η Επιτροπή , ενώ με το Πρόσθετο Πρωτόκολλο αναγνωρίζεται και η ατομική αναφορά. Το δεύτερο Σύμφωνο απέκτησε Επιτροπή με απόφαση του ECOSOC το 1986, ενώ η ατομική αναφορά αναγνωρίστηκε μόλις το 2008(!)[46].
Και τα δύο Σύμφωνα θεωρούνται από τότε ως ο ακρογωνιαίος λίθος της προστασίας του ατόμου στον κόσμο, παρόλη την κριτική που τους έχει ασκηθεί για την αποτελεσματικότητά τους, κι είναι σήμερα επικυρωμένα από το σύνολο σχεδόν των κρατών-μελών του ΟΗΕ[47].
1.5. Άλλες Διεθνείς Πράξεις προστασίας Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
Το έργο του ΟΗΕ συνεχίστηκε με την υιοθέτηση μίας σειράς διεθνών πράξεων που αναφέρονται είτε σε ορισμένες κατηγορίες ομάδων ατόμων ή στην απαγόρευση πρακτικών. Το 1951, η Σύμβαση για το καθεστώς των προσφύγων έλυσε ένα ζήτημα που είχε τύχει νομοθετικής ρύθμισης ήδη από την Κοινωνία των Εθνών (ΚτΕ)[48]. Ωστόσο, η αισιοδοξία των συντακτών της Σύμβασης τους οδήγησε να θέσουν έναν γεωγραφικό και έναν χρονικό περιορισμό, αποκλείοντας έτσι να προστατευθούν από τη Σύμβαση πρόσφυγες που είχαν αναγκαστεί να φύγουν από τη χώρα τους μετά την 1/1/1951 και προέρχονταν από χώρες εκτός της Ευρώπης. Το Πρωτόκολλο της Νέας Υόρκης του 1967 διευθέτησε το θέμα τουλάχιστον για όσα κράτη το κύρωσαν, απαλείφοντας και τους δύο περιορισμούς[49].
Η αρχή της μη διάκρισης αναγορεύθηκε έγκαιρα από τον ΟΗΕ ως θεμελιώδης αρχή της προστασίας των δικαιωμάτων του ανθρώπου[50]. Πέρα από το γενικό χαρακτήρα, αρχή αυτή εμφανίζεται σε διάφορες διεθνείς πράξεις προστατεύοντας ειδικές κατηγορίες και καταστάσεις (φύλο, φυλή, θρησκεία, γλώσσα κ.α.), ενώ συνδέεται άμεσα με την αρχή της ισότητας. Όπως λέγεται χαρακτηριστικά, η αρχή της μη διάκρισης βασίζεται στην αρνητική διατύπωση της αρχής της ισότητας[51]. Προς αυτήν την κατεύθυνση, η Γ.Σ. του ΟΗΕ υιοθέτησε μια σειρά από διεθνείς πράξεις, όπως η Σύμβαση για την κατάργηση κάθε μορφής φυλετικών διακρίσεων[52], και στη συνέχεια η Σύμβαση κατά του Apartheid[53], που κηρύσσει το φυλετικό διαχωρισμό ως έγκλημα κατά της ανθρωπότητας, κι αφορά άτομα που διαπράττουν το έγκλημα αυτό. Είναι ενδεικτικό, ότι την εποχή εκείνη, τα δυτικά κράτη δεν κύρωσαν τη Σύμβαση[54].
Πολύ μεγάλη συζήτηση έγινε στη Γ.Σ. για το έγκλημα της γενοκτονίας, μετά τις σφαγές που υπέστησαν πληθυσμοί σε διάφορες περιοχές του πλανήτη[55]. Από τις πιο χαρακτηριστικές οι Εβραίοι από τους ναζί (1939-1945), οι Ινδιάνοι της Παραγουάης (1974), οι Καμποτζιανοί άμαχοι από τους ερυθρούς Χμερ (1975-1978), οι κάτοικοι της Μπιάφρα από τους Νιγηριανούς (1968-1969) , οι Τούτσι από τους Χούτου (1994). Η Γ.Σ. υιοθέτησε τη Σύμβαση για την καταστολή του εγκλήματος της γενοκτονίας το 1948[56], προβλέποντας τη δυνατότητα σύστασης διεθνούς δικαστηρίου για την εφαρμογή της.
Η δουλεία ήταν από τα πρώτα ζητήματα που αντιμετώπισε η διεθνής κοινότητα ήδη από το 1815[57]. Η Σύμβαση του 1926 περί δουλείας έδωσε τον κλασσικό ορισμό, ενώ ο ΟΗΕ με τη Συμπληρωματική Σύμβαση το 1956[58] εξειδίκευσε τους όρους δουλεία και δουλεμπόριο. Είχε προηγηθεί η Σύμβαση για την απαγόρευση της εμπορίας προσώπων και της εκμετάλλευσης αλλοτρίας πορνείας (1949), παρόλα αυτά, νέες μορφές δουλεμπορίου, όπως η σωματεμπορία, η εκμετάλλευση εργασίας, η αφαίρεση οργάνων κ.α. εμφανίζονται συνεχώς και απασχολούν την διεθνή κοινότητα[59].
Η ισότητα των δύο φύλων υπήρξε ένα αίτημα που πρωτοεμφανίστηκε πολλά χρόνια πριν. Η Σύμβαση για τον περιορισμό κάθε μορφής διακρίσεων σε βάρος των γυναικών υιοθετήθηκε το 1979, θέτοντας μεταξύ των άλλων τη θετική δράση υπέρ των γυναικών[60]. Είχε προηγηθεί η Διακήρυξη για τον περιορισμό των διακρίσεων σε βάρος των γυναικών, το 1967, ενώ μία σειρά από παγκόσμιες συνόδους (Μεξικό 1975, Κοπεγχάγη 1980, Ναϊρόμπι 1985) άνοιξαν το δρόμο για τη Διακήρυξη της Βιέννης το 1993, όπου τα κράτη δέχθηκαν ότι τα δικαιώματα της γυναίκας είναι ανθρώπινα δικαιώματα (sic). Ο ΟΗΕ υιοθέτησε και άλλες πράξεις για την προστασία των δικαιωμάτων των γυναικών όπως η Σύμβαση για τα Πολιτικά δικαιώματα των Γυναικών (1953), tη Σύμβαση για την εθνικότητα των έγγαμων γυναικών (1957), tη Σύμβαση για τη συναίνεση σε γάμο, ελάχιστη ηλικία και εγγραφή γάμων (1962) κ.ά.
Για το παιδί, η Γ.Σ. υιοθέτησε τη Διακήρυξη του 1959, ένα κείμενο 30 άρθρων που αποφεύγει να αναφερθεί στη λέξη «δικαίωμα», ενώ το 1979 ανακηρύχθηκε Παγκόσμιο Έτος για το Παιδί με εντολή τη σύσταση Επιτροπής που θα συνέτασσε μία διεθνή Σύμβαση. Το πολιτικό κλίμα που επικρατούσε τα πρώτα κυρίως χρόνια των εργασιών, εμπόδιζε την επίσπευση των διαδικασιών. Η υποχώρηση της έντασης στις σχέσεις ανατολής-δύσης μετά το 1985, έδωσε ώθηση στο ρυθμό των συζητήσεων, καθώς άρχισαν να παραλείπονται πλέον καθαρά οι πολιτικές δηλώσεις και διαπραγματεύσεις που παρακώλυαν τη διαδικασία μέχρι τότε[61]. Η Σύμβαση υιοθετήθηκε το 1989, χαρακτηριζόμενη ως η πληρέστερη σε αριθμό δικαιωμάτων Σύμβαση του ΟΗΕ, μια και περιλαμβάνει τόσο τα ατομικά και πολιτικά, όσο τα οικονομικά, κοινωνικά και πολιτιστικά δικαιώματα.
Ένας άλλος τομέας στον οποίο η Γενική Συνέλευση ανέπτυξε δραστηριότητα είναι αυτός των διεθνών συνόδων, αλλά και η ανακήρυξη δεκαετιών γύρω από ζητήματα προστασίας των δικαιωμάτων του ανθρώπου. Ενδεικτικά αναφέρουμε την δεκαετία για την προστασία των γυναικών (1976-1985), του παιδιού (1979-1989), τον αγώνα κατά του ρατσισμού και των φυλετικών διακρίσεων (1973-1983, 1983-1993) κ.ά.
Παράλληλα, με σειρά προγραμμάτων που υλοποιούνται στο πλαίσιο της Γ.Σ., η τελευταία εκδίδει σειρά αποφάσεων που στερούνται, ωστόσο, δεσμευτικού χαρακτήρα. Έχει γίνει δεκτό ότι μερικές από αυτές τις αποφάσεις συγκροτούν κανόνες «άγουρου» δικαίου (soft law), δηλαδή ενσωματώνουν κανόνες που εκφράζουν τη βούληση των κρατών-μελών για το πώς θα εξελιχθεί το θετικό δίκαιο στο μέλλον, είτε με διεθνή σύμβαση, είτε με εθιμικό δίκαιο.
Τέλος, σημαντική είναι η συμβολή της στη συγκέντρωση και συζήτηση όλων των εκθέσεων που κατατίθενται μέσω του ECOSOC , από τις διάφορες Επιτροπές σχετικά με τον τρόπο που τα κράτη-μέρη διαφόρων συμβάσεων τις έχουν κυρώσει και ενσωματώσει στην εσωτερική έννομη τάξη. Παρόλο που οι αποφάσεις της Γ.Σ. δε διαθέτουν δεσμευτικό χαρακτήρα, εντούτοις η δημοσιοποίηση του ονόματος ενός κράτους και η επισήμανση σε ένα παγκόσμιο forum, όπως είναι η Γ.Σ., ότι παραβιάζει τα δικαιώματα του ανθρώπου, αποτελεί έναν τρόπο πίεσης προς το συγκεκριμένο κράτος, μια και το τοποθετεί επικριτικά απέναντι στα άλλα κράτη της διεθνούς κοινότητας.
1.6. Ειδικευμένες Οργανώσεις
Στο πλαίσιο του συστήματος του ΟΗΕ οι Ειδικευμένες Οργανώσεις έχουν να επιδείξουν σημαντική δραστηριότητα στον τομέα των δικαιωμάτων του ανθρώπου. Σ’ αυτές συγκαταλέγονται η Διεθνής Οργάνωση Εργασίας (ΔΟΕ), η Οργάνωση των Ηνωμένων Εθνών για την Εκπαίδευση, την Επιστήμη και τον Πολιτισμό (UNESCO), η Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας (ΠΟΥ) και η Οργάνωση Επισιτισμού και Γεωργίας (FAO).
1.6.1. Η Διεθνής Οργάνωση Εργασίας
Η ΔΟΕ που ιδρύθηκε το 1919 από τις Συνθήκες Ειρήνης των Παρισίων[62] με σκοπό την εξασφάλιση και διατήρηση δίκαιων και ανθρώπινων συνθηκών εργασίας για τον άντρα, τη γυναίκα και τα παιδιά[63], συνέχισε τις εργασίες της κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου διευρύνοντας το σκοπό με την πάροδο του χρόνου. Με έμφαση στην κατοχύρωση των δικαιωμάτων των εργαζομένων η ΔΟΕ ζητά από τα κράτη-μέλη της ανθρώπινους όρους εργασίας, αλλά και εργασία για όλους , ανύψωση του βιοτικού επιπέδου των λαών, ανάπτυξη της κοινωνικής ασφάλισης, προστασία της υγείας, ίσες ευκαιρίες για θέματα επαγγελματικά και εκπαίδευσης[64].
Η ΔΟΕ έχει επιτελέσει ένα ιδιαίτερα θετικό έργο στην προσπάθειά της να βοηθήσει τα κράτη-μέλη να εφαρμόσουν αρχές της κοινωνικής δικαιοσύνης, ελευθερίας, ίσων ευκαιριών και οικονομικής ασφάλειας για όλους τους εργαζομένους[65]. Προσπαθεί να επιλύσει προβλήματα που εμφανίζονται σε ειδικές ομάδες εργαζομένων, σε γυναίκες, νέους, αγροτικούς ή βιομηχανικούς εργάτες, μετανάστες ή αναπήρους. Ακόμη, έχει επιτελέσει ένα πολύ σημαντικό βήμα στον τομέα της βελτίωσης των όρων εργασίας και της εργατικής νομοθεσίας γενικά. Έχει εξαπλώσει ένα μεγάλο δίκτυο ελέγχου εφαρμογής των εργατικών συμβάσεων σε όλο τον κόσμο όπου μελετά και καταγράφει τα προβλήματα που παρουσιάζονται. Αξίζει να σημειωθεί ότι η ΔΟΕ δεν επιτρέπει διατύπωση επιφυλάξεων στις Συμβάσεις που υιοθετεί.
Δύο είναι τα σημεία που πρέπει να τονιστούν: η δυνατότητα κατάρτισης διεθνών συμβάσεων και ο έλεγχος της εφαρμογής των παραπάνω συμβάσεων. Σύμφωνα με το πρώτο, οι διεθνείς συμβάσεις καταρτίζονται από τη Γενική Συνδιάσκεψη των Αντιπροσώπων (ΓΣΑ), υιοθετούνται με πλειοψηφία 2/3[66] και αποστέλλονται στα κράτη-μέλη που υποχρεούνται μέσα σε προθεσμία ενός έτους να τις υποβάλλουν στα αρμόδια κρατικά όργανα και να κινήσουν την προβλεπόμενη διαδικασία εφαρμογής τους. Το δεύτερο είναι ο έλεγχος της εφαρμογής των συμβάσεων[67]. Τα κράτη-μέλη υποχρεούνται να ενημερώσουν με ετήσια έκθεσή τους, το Γενικό Διευθυντή του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας (ΔΓΕ) τόσο για την εφαρμογή των πράξεων των οργάνων της ΔΟΕ, όσο και για τη διαδικασία κύρωσης των διεθνών συμβάσεων[68]. Η εφαρμογή των συμβάσεων υπόκειται σε έλεγχο από μέρους της Οργάνωσης. Παράλληλα υποχρεούνται να υποβάλλουν αντίγραφο της έκθεσης στις οργανώσεις των εργοδοτών και των εργαζομένων, οι οποίοι έχουν επίσης δικαίωμα να παράσχουν πληροφορίες στα όργανα της ΔΟΕ.
Ένα άλλο είδος ελέγχου είναι αυτό που ασκείται με τη δυνατότητα κατάθεσης καταγγελίας (άλλως προσφυγή) από μέρους εργατών ή εργοδοτών ή και αντιπροσώπων στη ΓΣΑ, αλλά και κράτους κατά κράτους, λόγω μη τήρησης των υποχρεώσεων του τελευταίου[69]. Η προσφυγή υποβάλλεται στο ΔΓΕ και το Διοικητικό Συμβούλιο (ΔΣ) μπορεί ή να ζητήσει διευκρινήσεις και να δημοσιεύσει το πόρισμά του ή στην περίπτωση της διακρατικής προσφυγής να συστήσει Επιτροπή Έρευνας (μία Εξεταστική Επιτροπή) και να αποφανθεί σχετικά. Το πόρισμα της Επιτροπής Έρευνας υποβάλλεται στο Γενικό Διευθυντή του ΔΓΕ, ο οποίος το αναφέρει στο ΔΣ κι αν το τελευταίο κρίνει ότι δε λήφθηκαν τα αναγκαία μέτρα υποβάλλει σχετική έκθεση στη ΓΣΑ για τη λήψη μέτρων.
Η ΔΟΕ παρέχει στα κράτη-μέλη σημαντική βοήθεια για την προστασία των δικαιωμάτων των εργαζομένων, μια βοήθεια που δεν αμφισβητήθηκε από κανέναν ακόμη και κατά τη διάρκεια του ψυχρού πολέμου. Προσπαθεί συνεχώς να βελτιώσει τόσο το καθεστώς των εργαζομένων, όσο το μηχανισμό ελέγχου των υποχρεώσεων που αναλαμβάνουν τα κράτη. Το έργο της χαρακτηρίζεται από τα πιο σπουδαία και αποτελεσματικά στον τομέα της εγγύησης των δικαιωμάτων των εργαζομένων. Από τη σύστασή της μέχρι σήμερα, έχει επιδείξει ένα μνημειώδες, πράγματι, δικαιοπρακτικό έργο, καθώς έχει υιοθετήσει πλήθος Συμβάσεων και Συστάσεων που καλύπτουν μία ευρύτατη θεματική ουσιώδους σημασίας για το καθεστώς των εργαζομένων. Εντελώς ενδεικτικά μπορούν να αναφερθούν η Σύμβαση 29 για την Αναγκαστική Εργασία του 1938, η Σύμβαση 98 για το Δικαίωμα Οργάνωσης και Συλλογικής Διαπραγμάτευσης του 1949, η Σύμβαση 100 για την Ίση Αμοιβή Ανδρών και Γυναικών, η Σύμβαση 105 για την Κατάργηση της Αναγκαστικής Εργασίας του 1957 και η Σύμβαση 138 για την Ελάχιστη Ηλικία των Εργαζομένων[70].
Στη διεθνή πρακτική, οι ρυθμίσεις των διεθνών Συμβάσεων και Συστάσεων εργασίας αποτελούν σημεία αναφοράς για την προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου και αξιοποιούνται από κυβερνητικούς και μη κυβερνητικούς οργανισμούς, αλλά και από περιφερειακές οργανώσεις κατά τη διαδικασία εναρμόνισης των εργατικών και κοινωνικών τους πολιτικών. Πέρα από τα παραπάνω, αξιοσημείωτη βαρύτητα έχουν και τα διάφορα διεθνή προγράμματα που πραγματοποιούνται υπό την αιγίδα της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας.
1.6.2. UNESCO
Ιδιαίτερα σημαντική είναι η δραστηριότητα της UNESCO[71] στα θέματα των δικαιωμάτων του ανθρώπου. Ανάμεσα στους σκοπούς της, είναι «η προάσπιση και προαγωγή των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών και ο αγώνας κατά των προτροπών σε πόλεμο, σε αποικιοκρατία, σε νεοαποικιοκρατία, στο ρατσισμό, στο apartheid και όλες τις άλλες μορφές καταπίεσης και διάκρισης…».
Στο πλαίσιο της Οργάνωσης έχουν υιοθετηθεί Συστάσεις και Συμβάσεις που προστατεύουν τα δικαιώματα του ανθρώπου, εκείνο όμως που είναι ιδιαίτερα σημαντικό είναι ότι λειτουργεί μία σειρά μηχανισμών ελέγχου, συμβατικών και μη, ως προς την εφαρμογή των κανόνων που θέσπισε η UNESCO[72]. Τους μηχανισμούς αυτούς τους κατατάσσουμε σε δύο κατηγορίες, σε συμβατικούς και μη συμβατικούς. Στην πρώτη κατηγορία ακολουθείται η μέθοδος υποβολής περιοδικών εκθέσεων, μία πρακτική κοινή σε πολλούς θεσμούς του συστήματος των ΗΕ. Οι εκθέσεις περιλαμβάνουν στοιχεία για τον τρόπο εφαρμογής των Συμβάσεων και των Συστάσεων που υιοθέτησε η Γενική Συνδιάσκεψη. Η τελευταία μετά την εξέταση των εκθέσεων, διαβιβάζει τις παρατηρήσεις της στα κράτη-μέλη του ΟΗΕ και στις Εθνικές Επιτροπές της UNESCO.
Ανάμεσα στις Συμβάσεις που υιοθέτησε η UNESCO, η Σύμβαση κατά των διακρίσεων στην εκπαίδευση[73] και η Σύμβαση για την προστασία των πολιτιστικών αγαθών σε περίπτωση ένοπλης σύρραξης, διαθέτουν ειδική διαδικασία ελέγχου.
Η UNESCO προβλέπει επίσης και διαδικασία ατομικής αναφοράς. Η διαδικασία αυτή δεν προβλέπεται από το Καταστατικό της Οργάνωσης, αλλά υιοθετήθηκε από το Εκτελεστικό Συμβούλιο το 1967[74], και αναθεωρήθηκε το 1978, έτσι ώστε να καταστεί περισσότερο αποτελεσματική η δράση της UNESCO στον τομέα της προστασίας των δικαιωμάτων του ανθρώπου[75].
Η αναφορά κατατίθεται από άτομα ή ομάδα ατόμων που διατείνονται ότι είναι θύματα παραβίασης δικαιωμάτων του ανθρώπου που εμπίπτουν σ’ έναν από τους τομείς της UNESCO, δηλαδή εκπαίδευση, επιστήμη, πολιτισμό και πληροφόρηση.
Οι μηχανισμοί προστασίας που εγκαθιδρύει η UNESCO, προσβλέπουν στην αποτελεσματική προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου που εγγυάται στους τομείς της αρμοδιότητάς της. Μία προστασία, όμως, που δεν χαρακτηρίζεται ιδιαίτερα αποτελεσματική[76]. Οι μηχανισμοί που αναπτύχθηκαν στο μεταξύ στα πλαίσια του ΟΗΕ, περιόρισαν την προσφυγή ατόμων ενώπιον της Επιτροπής Συμβάσεων και Συστάσεων.
Το 1959, το Εκτελεστικό Συμβούλιο στην προσπάθειά του να διευρύνει τις αρμοδιότητές της ανωτέρω Επιτροπής, αποφάσισε να της αναθέσει ζητήματα που ανήκαν αρχικά στην αρμοδιότητα του Εκτελεστικού Συμβουλίου κι αφορούσαν την εφαρμογή διεθνών πράξεων που υιοθετούνται στα πλαίσια της Οργάνωσης[77].
1.6.3. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας
Η ΠΟΥ άρχισε να δραστηριοποιείται μετά το 1948, έτος κατά το οποίο τέθηκε σε ισχύ το Καταστατικό της[78]. Κύριος σκοπός της είναι η προστασία της παγκόσμιας υγείας, βοηθώντας και προτρέποντας τα κράτη-μέλη να καλυτερέψουν τα συστήματα υγείας, να προάγουν την έρευνα και την τεχνολογία και να ασκήσουν την προληπτική ιατρική. Συνδράμει τα κράτη-μέλη σε περίπτωση που χρειάζονται βοήθεια για την αντιμετώπιση επιδημιών, ενώ συνεργάζεται με τον ΟΗΕ στον τομέα της υγείας και κοινωνικοοικονομικής ανάπτυξης.
1.6.4. Η Οργάνωση Επισιτισμού και Γεωργίας
Το Καταστατικό του FAO, ήδη από το Προοίμιό του, τονίζει την ανάγκη «ανύψωσης του επιπέδου διατροφής, καθώς και του βιοτικού επιπέδου της ζωής όλων των λαών…την κατανομή σε όλους τροφίμων…και τη βελτίωση των όρων ζωής των αγροτικών πληθυσμών»[79]. Σκοπός της Οργάνωσης είναι η βελτίωση των όρων διατροφής και η καταπολέμηση της πείνας, η συλλογή, ανάλυση ερμηνεία και μετάδοση πληροφοριών σχετικά με τη διατροφή, τον επισιτισμό και τη γεωργία. Επίσης η ανύψωση του βιοτικού επιπέδου ζωής των ανθρώπων και η διανομή τροφής σε όλους.
- Η ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΣΤΟΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΧΩΡΟ
- Το Συμβούλιο της Ευρώπης.
Σε περιφερειακό επίπεδο, οι ευρωπαϊκοί Οργανισμοί προσέδωσαν μία πιο βαθειά διάσταση στο ζήτημα των δικαιωμάτων του ανθρώπου, και στην ιδέα του σεβασμού τους.
Στη Συνθήκη των Βρυξελλών (1948) τα πέντε συμβαλλόμενα κράτη[80], αφού αναφέρθηκαν στις αρχές του Χάρτη ΟΗΕ, δεσμεύτηκαν να υπερασπιστούν τις δημοκρατικές αρχές, τις ατομικές και πολιτικές ελευθερίες, τις συνταγματικές παραδόσεις και το σεβασμό του νόμου που αποτελούν τη βάση της κοινής τους κληρονομιάς[81].
Τις αρχές αυτές παραλλαγμένες τις βρίσκουμε και στη Συνθήκη του Βορείου Ατλαντικού (1949)[82] στην οποία τα κράτη-μέλη δεσμεύονται να κρατήσουν και να διαφυλάξουν τις ελευθερίες των λαών τους, την κοινή παράδοση και τον πολιτισμό τους, που βασίζεται στη δημοκρατία, τις ατομικές ελευθερίες και το κράτος δικαίου[83].
Τα δικαιώματα του ανθρώπου κατέχουν μία προνομιακή θέση στο Συμβούλιο της Ευρώπης (ΣτΕ), μια και ο «σεβασμός των δικαιωμάτων του ανθρώπου είναι η εγγύηση της δημοκρατίας»[84]. Το Καταστατικό του ΣτΕ (1949) διακηρύσσει στο προοίμιό του την προσήλωση στις πνευματικές και ηθικές αξίες που αποτελούν την κοινή κληρονομιά των λαών και την αληθινή πηγή της ατομικής και πολιτικής ελευθερίας και της ισχύος του δικαίου, στις οποίες βασίζεται κάθε αληθινή δημοκρατία».
Ακολούθησαν δύο σημαντικές καινοτόμες διατάξεις, το άρθρο 1 του Καταστατικού όπου τονίζεται ότι ο σκοπός του ΣτΕ θα πραγματοποιηθεί με τη διαφύλαξη και την ανάπτυξη των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών, και το άρθρο 3 όπου προσθέτει: «κάθε άτομο που βρίσκεται στη δικαιοδοσία κράτους-μέλους του ΣτΕ θα απολαμβάνει τα δικαιώματα του ανθρώπου και τις θεμελιώδεις ελευθερίες».
Με τον τρόπο αυτό η εγγύηση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και ο σεβασμός τους δεν εμφανίζονται απλά στο προοίμιο, αλλά αποτελούν σκοπό του ΣτΕ και τη σημαντικότερη προϋπόθεση εισδοχής κράτους στον Οργανισμό.
Όμως, το ΣτΕ προχώρησε ακόμη περισσότερο. Στην πρώτη συνεδρίαση της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης[85] τον Αύγουστο του 1949, ένα από τα θέματα της ημερήσιας διάταξης ήταν τα μέτρα που θα έπρεπε να ληφθούν για την πραγμάτωση του σκοπού του Οργανισμού, σύμφωνα με το άρθρο 1 του Καταστατικού για τη διατήρηση και ανάπτυξη των δικαιωμάτων του ανθρώπου και θεμελιωδών ελευθεριών. Η Κοινοβουλευτική Συνέλευση αποφάσισε ότι η Επιτροπή Υπουργών θα έπρεπε να προχωρήσει στην υιοθέτηση διεθνούς Σύμβασης προκειμένου να υλοποιηθούν οι επιταγές της ΟΔΔΑ.
Υπήρχαν δύο κυρίως λόγοι που ώθησαν το ΣτΕ στην ανωτέρω απόφαση. Ο πρώτος ήταν η ιδεολογική αντιπαράθεση μεταξύ ανατολής και δύσης κατά τη χρονική στιγμή της δημιουργίας του. Η μεταπολεμική εποχή που οδήγησε στην ευρωπαϊκή ενοποίηση δεν βασίστηκε μόνο στην πολιτική συγκυρία της εποχής, αλλά κυρίως στον κομμουνιστικό κίνδυνο, που την εποχή εκείνη έμοιαζε με πραγματική απειλή. Πράγματι από το 1948, που πραγματοποιήθηκε η Διάσκεψη της Χάγης, μέχρι τη δημιουργία του ΣτΕ, οι κομμουνιστές πήραν την εξουσία στην Τσεχοσλοβακία, η Ελλάδα έζησε έναν εμφύλιο πόλεμο και το Βερολίνο χωρίστηκε σε τέσσερις τομείς. Αξίζει να σημειωθεί εδώ η παρατήρηση του Spaak, ότι ο άνθρωπος που συνέβαλε τα μέγιστα για την ενοποίηση της Δυτικής Ευρώπης ήταν ο Ιωσήφ Στάλιν(!)[86].
Για όλους τους ανωτέρω λόγους, τα δυτικοευρωπαϊκά κράτη ένιωσαν την ανάγκη να επαναλάβουν τις πολιτικές τους αρχές, σε μία ένωση, ειρηνική όπως αυτή του ΣτΕ, αλλά και σε μία στρατιωτική συμμαχία, όπως αυτή του ΝΑΤΟ[87], υπογραμμίζοντας τις ηθικές και πνευματικές τους αξίες, την κοινή κληρονομιά των λαών τους και καταδικάζοντας τα απολυταρχικά καθεστώτα[88].
Αυτή η καταδίκη εμφανίζεται στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕυρΣΔΑ), που υιοθετήθηκε στην έκτη σύνοδο της Επιτροπής Υπουργών. Σημειώνουμε τα όσα ανέφερε ο Sean McBride, υπουργός Ιρλανδίας «ο σύγχρονος αγώνας βρίσκεται στο πνεύμα και την ανθρώπινη συνείδηση. Ένοιωθα ότι μας έλειπε σ’ αυτήν την προσπάθεια ένας χάρτης που να προσδιορίζει τα δικαιώματα που οφείλουμε να εγγυηθούμε στους λαούς μας, σε συνέχεια των κανόνων της αληθινής δημοκρατίας. Αυτή η Σύμβαση είναι ένα βήμα σ’ αυτήν την προσπάθεια» Και ο Robert Shuman προσέθεσε: «Αυτή η Σύμβαση που υπογράψαμε σήμερα δεν περιέχει όλα όσα θα επιθυμούσαμε να περιλαμβάνει…Ωστόσο, δημιουργεί θεσμούς πάνω στους οποίους θα βασίσουμε την άμυνα κάθε ατόμου ενάντια στην τυραννία και στα ολοκληρωτικά καθεστώτα».
Αυτή η παρατήρηση του Shuman μπορούμε να πούμε ότι είναι ο δεύτερος λόγος της υιοθέτησης της Σύμβασης. Το 1949 είναι κοντά στο 1945, όπου όλη η Ευρώπη βίωσε ένα είδος τυραννίας, συλλήψεις, κρατήσεις, εκτελέσεις. Τα κράτη-μέλη του ΣτΕ πίστευαν ότι η δημοκρατία θα έπρεπε να προστατευθεί πάση θυσία και τα δικαιώματα του ανθρώπου να γίνουν σεβαστά.
Οι εργασίες της ΕυρΣΔΑ άρχισαν το 1949 στη νομική Επιτροπή της τότε Συμβουλευτικής Συνέλευσης, με εισήγηση του Pierre-Henri Teitgen. Στην πρώτη συνάντηση ο Teitgen[89] τόνισε την ανάγκη δημιουργίας ενός θεσμού για την προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου στην Ευρώπη. Οι συνεχείς συνεδριάσεις και συζητήσεις οδήγησαν τελικά στην υιοθέτηση της ΕυρΣΔΑ το 1950, τη στιγμή ακριβώς που στην Ευρώπη πίστευαν ότι η έλλειψη δημοκρατικών θεσμών αποτέλεσε την αιτία τόσο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, όσο και του ψυχρού πολέμου και ότι ο εκδημοκρατισμός της Ιταλίας, Γερμανίας και άλλων δυτικών κρατών φαινόταν ως η εγγύηση τόσο κατά του φασισμού όσο και κατά της διάδοσης του κομμουνισμού[90]. Επρόκειτο δηλαδή, για την προσπάθεια των νέων κυβερνήσεων να κατοχυρώσουν τα δικαιώματα του ανθρώπου και τις αρχές της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας[91].
Ο Teitgen πρόσθεσε, ότι θα πρέπει να προλάβουμε τον κίνδυνο πριν είναι αργά, διότι δεν αρκεί να έχεις ελευθερία, πρέπει να λάβεις τα μέτρα να την υπερασπιστείς , διότι εάν μετά τη δολοφονία του Matteoti, στην Ιταλία, τιμωρούνταν οι υπεύθυνοι από ένα διεθνές δικαστήριο , ίσως ο φασισμός να θριάμβευε. Είναι χαρακτηριστική η φράση του ότι «δεν πρέπει να ανταλλάσσουμε την ελευθερία για λίγο περισσότερο ψωμί»[92] και ότι «ο χειρότερος εχθρός της δημοκρατίας είναι ο φασισμός, ο χιτλερισμός και ο κομμουνισμός»[93].
Τόσο η Ιταλία[94], όσο και η Δυτική Γερμανία[95] τάχθηκαν υπέρ μίας δυναμικής Συνθήκης που θα υποχρεώνει όλα τα κράτη-μέρη να παρέχουν προστασία σε άλλα, όταν απειλούνται. Έτσι, δικαιολογείται η δικαιοδοσία τόσον της τότε Επιτροπής Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, όσο και του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕυρΔΔΑ) να εξετάζει και διακρατικές προσφυγές.
Εν κατακλείδι, το ΣτΕ και η ΕυρΣΔΑ με τα όργανά της προσπαθούν να θέσουν τις βάσεις για να αποτρέψουν την κατάλυση των δημοκρατικών θεσμών από δικτατορικά καθεστώτα. Η ίδια η Σύμβαση και το άρθρο 3 του 1ου Πρωτοκόλλου απαιτούν από τα κράτη-μέλη να διαθέτουν ένα συγκεκριμένο τύπο πολιτικού συστήματος, αυτό της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, παρατηρώντας έτσι ότι η φιλοσοφία του ΣτΕ βασίζεται στη διατήρηση και προαγωγή της «πολιτικής δημοκρατίας[96]». Η ρήτρα «σε μία δημοκρατική κοινωνία» που αναφέρεται συχνά στις διατάξεις της ΕυρΣΔΑ και των Πρωτοκόλλων της αποτελεί γενική ερμηνευτική αρχή της Σύμβασης[97].
Στην πράξη, η προσπάθεια αυτή λειτούργησε αποτελεσματικά στην περίπτωση της ελληνικής δικτατορίας (1967-1974)[98] με την αποβολή της χώρας από το ΣτΕ (1969), όσο και στη δικτατορία της Τουρκίας (1980-1985), όπου ο Οργανισμός κινητοποιήθηκε αποφεύγοντας, ωστόσο, να αποβάλλει τη χώρα από το ΣτΕ[99].
Η ΕυρΣΔΑ, που τέθηκε σε ισχύ το 1953, προσπάθησε να ορίσει και να προστατεύσει τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα, για όλους που ευρίσκονται στη δικαιοδοσία των κρατών-μελών, ανεξάρτητα αν ήταν αλλοδαποί, πρόσφυγες, απάτριδες ή ημεδαποί. Αρχικά, στο μηχανισμό ελέγχου, δημιούργησε μία Επιτροπή Δικαιωμάτων του Ανθρώπου υπεύθυνη να λαμβάνει προσφυγές, να ερευνά το παραδεκτό και την ουσία, εφόσον τα κράτη είχαν αναγνωρίσει την ατομική προσφυγή. Στη συνέχεια, μετά την υιοθέτηση της έκθεσής της η Επιτροπή μπορούσε να παραπέμψει την υπόθεση στο ΕυρΔΔΑ, εφόσον τα κράτη είχαν αναγνωρίσει τη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου. Πολλά κράτη ενσωμάτωσαν την ΕυρΣΔΑ στο εσωτερικό τους, δίδοντας έτσι, στη Σύμβαση τον τίτλο «Συνταγματικό Κείμενο της Ευρωπαϊκής Δημόσιας Τάξης»[100].
Είναι χαρακτηριστικό ότι μετά το τέλος του ψυχρού πολέμου και την αποκατάσταση της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας και των δημοκρατικών θεσμών στα κράτη της Ανατολικής Ευρώπης όλα έγιναν μέλη του ΣτΕ και προσχώρησαν στην ΕυρΣΔΑ. Σήμερα η ΕυρΣΔΑ διαθέτει 47 μέλη, το σύνολο των ευρωπαϊκών κρατών, πλην Λευκορωσίας, για την οποία υπάρχουν αντιρρήσεις ως προς το επίπεδο του εκδημοκρατισμού της. Όλα τα κράτη δέχονται την ατομική προσφυγή και τη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου, ενώ σ’ όλα η ΕυρΣΔΑ αποτελεί μέρος της εσωτερικής έννομης τάξης με ενισχυμένη νομική ισχύ Η ΕυρΣΔΑ συμπληρώθηκε από 14 Πρωτόκολλα και διαθέτει σήμερα ένα όργανο, το ΕυρΔΔΑ, διεκδικώντας τον τίτλο της πιο αποτελεσματικής Σύμβασης στον τομέα των δικαιωμάτων του Ανθρώπου στον κόσμο[101].
Η κλασσική διχοτόμηση των δικαιωμάτων του ανθρώπου σε ατομικά και πολιτικά από τη μία πλευρά και σε οικονομικά, κοινωνικά και πολιτιστικά από την άλλη, οδήγησε το ΣτΕ στην υιοθέτηση μιας δεύτερης σημαντικής συνθήκης αυτής του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Χάρτη (ΕΚΧ) το 1961. Έτσι, δόθηκε προτεραιότητα στην ΕυρΣΔΑ, στο προοίμιο της οποίας αναφέρεται ότι όλα τα κράτη-μέρη «αποφάσισαν ..να λάβουν τα πρώτα κατάλληλα μέτρα…» εννοώντας ότι θα ακολουθήσουν και άλλα, όπως π.χ. τα Πρωτόκολλα και ο Ευρωπαϊκός Κοινωνικός Χάρτης.
Ο ΕΚΧ περιλαμβάνει μία σειρά από κοινωνικά και οικονομικά δικαιώματα, σε σχέση όμως με την ΕυρΣΔΑ διαθέτει αδυναμίες που επικεντρώνονται στην έλλειψη ενός μηχανισμού ελέγχου που να ασκεί πίεση στα κράτη, έλλειψη δημοσιότητας και ερωτήματα ως προς το περιεχόμενο των δικαιωμάτων που εγγυάται[102]. Προβλέφθηκε, ωστόσο, ένα σύστημα παρακολούθησης βασισμένο σ’ έναν απλό μηχανισμό υποβολής εκθέσεων εκ μέρους των κρατών-μερών για τον τρόπο με τον οποίο εφαρμόζουν τις διατάξεις που εγγυάται ο ΕΚΧ[103]. Τα κράτη-μέρη του ΕΚΧ ήταν κατ’ αρχήν τα κράτη-μέρη της ΕυρΣΔΑ, και μέλη του ΣτΕ, με μεταγενέστερη προσχώρηση της Κύπρου (1967), Ισλανδίας (1976), Πορτογαλίας (1982). Μετά το 1990 προσχώρησαν τα υπόλοιπα δυτικά και το σύνολο των ανατολικοευρωπαϊκών κρατών. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο ΕΚΧ συμπληρώθηκε με τρία Πρωτόκολλα και αναθεωρήθηκε το 1996[104].
- Η Διάσκεψη για την Ασφάλεια και την Συνεργασία στην Ευρώπη
H Διάσκεψη για την Ασφάλεια και την Συνεργασία στην Ευρώπη (ΔΑΣΕ) ήταν δημιούργημα του ψυχρού πολέμου, μια πολιτική διαδικασία διαβούλευσης, που ιδρύθηκε το 1975 ως αποτέλεσμα της τελικής πράξης του Ελσίνκι. Ξεκίνησε με στόχο τη δημιουργία ενός μηχανισμού οικοδόμησης εμπιστοσύνης και παροχής βοήθειας για να ξεπεραστεί το χάσμα ανατολής-δύσης[105].
Η Τελική Πράξη περιέλαβε ειδική θεματική για τα δικαιώματα του ανθρώπου αφιερώνοντας το κεφάλαιο VIII στην «Ισότητα στα δικαιώματα και στην αυτοδιάθεση των λαών» στο οποίο τονίζεται ότι τα κράτη θα σέβονται τα δικαιώματα των λαών, ενεργώντας κάθε φορά σύμφωνα με τους σκοπούς και τις αρχές του Χάρτη ΟΗΕ και τους κανόνες του διεθνούς δικαίου. Οι συντάκτες της Τελικής Πράξης δεν αρκέστηκαν στην υιοθέτηση των δέκα γνωστών αρχών της, αλλά συζήτησαν και τρόπους εφαρμογής τους. Στις Διασκέψεις που ακολούθησαν στο Βελιγράδι (1977-78), στη Μαδρίτη (1980-83)και στη Βιέννη (1986-89) επικεντρώθηκαν στην εφαρμογή και διεύρυνση των αρχών της Τελικής Πράξης, ειδικά στα δικαιώματα του ανθρώπου.
Τα κομμουνιστικά και δημοκρατικά κράτη συμφώνησαν στο σεβασμό των δικαιωμάτων του ανθρώπου σε μία προσπάθεια για ειρήνη, δικαιοσύνη και ανάγκη για ανάπτυξη φιλικών σχέσεων και συνεργασίας μεταξύ όλων των κρατών. Παρ’ όλη την έλλειψη νομικής δεσμευτικότητας της Διακήρυξη, οι Δυτικές κυβερνήσεις κατ’ επανάληψη τόνισαν ότι είναι σαφές ότι ο σεβασμός των δικαιωμάτων του ανθρώπου θα έχει πολιτικές συνέπειες[106].
Στο μεταξύ πολλά από τα κράτη υπέγραψαν και κύρωσαν κιάλλες διεθνείς πράξεις του ΟΗΕ για την προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου. Οι παραβιάσεις, ωστόσο, συνεχίστηκαν σε διάφορα κράτη, λόγω μη αναγνώρισης σειράς ατομικών δικαιωμάτων, όπως της ελευθερίας έκφρασης, θρησκείας, φυλετικών διακρίσεων κ.ά.
Προβλήματα εμφανίστηκαν σε επίπεδο εργατικών ενώσεων, ενώ η αστυνομία οδήγησε πολλούς στη φυλακή. Στη Σοβιετική Ένωση η πρακτική εγκλεισμού αντιφρονούντων σε ψυχιατρικά καταστήματα συνεχιζόταν. Στην Τσεχοσλοβακία, μέλη της κίνησης Χάρτα 77, που υπερασπίζονταν τις δεσμεύσεις των κρατών για το σεβασμό των δικαιωμάτων του ανθρώπου σύμφωνα με την Τελική Πράξη του Ελσίνκι, υποβάλλονταν συχνά σε περιορισμούς.
Σε πολλές χώρες προχωρούσαν στην πρακτική των βασανιστηρίων. Ωστόσο, η παρουσία της ΕΣΣΔ και η αποδοχή από μέρους τους μιας αρχής προστασίας δικαιωμάτων του ανθρώπου, χαρακτηρίστηκε ως «θαύμα»[107].
Οι πολιτικές αρχές της Τελικής Πράξης του Ελσίνκι θεωρείται ότι συνέβαλαν καθοριστικά στην πτώση των καθεστώτων στην Ανατολική Ευρώπη[108]. Η Πράξη χαρακτηρίζεται αποφασιστική στην προσπάθειά της να «αντιμετωπιστούν τα αίτια που οδήγησαν στη διαίρεση της Ευρώπης και να αποκατασταθεί πνεύμα συνεργασίας κι αμοιβαίας εμπιστοσύνης μεταξύ ευρωπαϊκών κρατών»[109], αλλά και σημαντική διότι κατάφερε να αμβλυνθούν οι εντάσεις στη σχέση μεταξύ δύο συνασπισμών και να οδηγηθεί ο κόσμος, αλλά κυρίως η Ευρώπη, στο αποτέλεσμα που απολαμβάνουμε σήμερα.
Το 1990 υιοθετήθηκε στο Παρίσι ο Χάρτης του Παρισιού για μία νέα Ευρώπη, που στη συνέχεια οδήγησε στη δημιουργία ενός διεθνούς οργανισμού, του Οργανισμού για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη (ΟΑΣΕ, 1994) με 53 κράτη-μέλη (όλα τα ευρωπαϊκά και η Αλβανία). Ο ΟΑΣΕ επιβλέπει τη διεξαγωγή δημοκρατικών εκλογών και προάγει το σεβασμό των δικαιωμάτων του ανθρώπου με έμφαση στην προστασία των μειονοτήτων[110]. Διαθέτει για το σκοπό αυτό δύο θεσμούς, το Γραφείο Δημοκρατικών Θεσμών και Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, καθώς και το Γραφείο για τις Εθνικές Μειονότητες[111].
- ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Από τη δημιουργία του ΟΗΕ, το 1945, μέχρι το τέλος του ψυχρού πολέμου το 1989, η προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου κατέλαβε ένα μεγάλο μέρος στην ημερήσια διάταξη των οργάνων του ΟΗΕ και άλλων διεθνών Οργανισμών. Το σύστημα των Ηνωμένων Εθνών μπορεί να εμφορείται από τη δυτική αντίληψη και τα χριστιανικά ήθη για την προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου, ωστόσο ασχολήθηκε κατά την περίοδο αυτή με την υιοθέτηση πολλών και διαφορετικών διεθνών πράξεων σε μία προσπάθεια να προστατεύσει όλα τα άτομα του πλανήτη. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το παγκόσμιο σύστημα διακρίνεται από ανομοιογένεια, από πολυπολιτισμικές κοινωνίες, διαφορετικές φυλετικές, θρησκευτικές, γλωσσικές και εθνικές ομάδες, που συχνά δυσκολεύουν το έργο των διεθνών οργανισμών, κυρίως όταν οι συμβάσεις που υιοθετούνται δεν κυρώνονται από όλα τα κράτη-μέλη.
Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι σε παγκόσμιο επίπεδο οι μηχανισμοί προστασίας των δικαιωμάτων του ανθρώπου εμφανίζονται περιορισμένοι, ενώ σε περιφερειακό, στον ευρωπαϊκό χώρο, οι μηχανισμοί είναι αποτελεσματικοί, η Ευρώπη όμως διηρημένη.
Με την πτώση του τοίχους του Βερολίνου το 1989, η περίοδος του ψυχρού πολέμου έλαβε τη θέση της ως ένα ακόμη ιστορικό γεγονός που διαδραματίστηκε κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα.
Αξιοσημείωτη είναι η σπουδή την οποία έδειξαν τα ανατολικά κράτη στην προσπάθειά τους να ενταχθούν στην οικογένεια των δυτικών κρατών και κυρίως στους διεθνείς οργανισμούς, όπως το ΝΑΤΟ, το Συμβούλιο της Ευρώπης και η Ευρωπαϊκή Ένωση. Ταυτόχρονα ανέλαβαν και τις δεσμεύσεις, κυρίως μέσω του Συμβουλίου της Ευρώπης για την εφαρμογή των δικαιωμάτων του ανθρώπου. Οργανισμοί, όπως το Σύμφωνο της Βαρσοβίας και η ΚΟΜΕΚΟΝ, που είχαν δημιουργηθεί ως το αντίπαλο δέος στο ΝΑΤΟ και στις τότε Ευρωπαϊκές Κοινότητες, διαλύθηκαν μαζί με την αντίληψη για τους δύο συνασπισμούς.
Νέες συμβάσεις υιοθετήθηκαν, όπως η Σύμβαση για τα δικαιώματα των μεταναστών εργαζομένων, των ΑμεΑ, των εξαναγκαστικά εξαφανιζομένων ατόμων κ.ά., ενώ η Σύμβαση κατά των διακρίσεων των Γυναικών προσέφερε μέσω του Πρωτοκόλλου δικαίωμα ατομικής αναφοράς στις γυναίκες. Ήδη, αυτή τη στιγμή η συζήτηση στον ΟΗΕ επικεντρώνεται στο νέο Πρωτόκολλο στη Σύμβαση για τα δικαιώματα του Παιδιού, που θα παρέχει το δικαίωμα ατομικής αναφοράς.
Στο πλαίσιο του ΟΗΕ υιοθετήθηκαν νέοι θεσμοί, όπως ο Επίτροπος για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου και το Συμβούλιο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, που αντικατέστησε την Επιτροπή Δικαιωμάτων του Ανθρώπου του ECOSOC, ως αναποτελεσματική και λειτουργεί ως βοηθητικό όργανο της Γ.Σ. Με την κύρωση του Πρωτοκόλλου για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Πολιτιστικά Δικαιώματα, η θεωρία των δικαιωμάτων του ανθρώπου αποκτά μια πιο σφαιρική αντίληψη. Το άτομο από τη γέννησή του δικαιούται να απολαμβάνει όλα τα δικαιώματα, να τα διεκδικεί από τους εθνικούς θεσμούς οι οποίοι, όταν κρίνονται αναποτελεσματικοί παραχωρούν τη θέση τους σε μηχανισμούς διεθνούς προστασίας, όπως είναι οι Επιτροπές ή τα περιφερειακά Δικαστήρια.
Το Συμβούλιο της Ευρώπης απέκτησε νέο θεσμό, τον Επίτροπο για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, υιοθέτησε νέες Συμβάσεις, ενώ από το 2010 η Ευρωπαϊκή Ένωση (Ε.Ε.) διαθέτει και αυτή Χάρτη Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Σημαντική υπήρξε και η ανάπτυξη των δικαιωμάτων του ανθρώπου στην Αμερικανική Ήπειρο, με το Αμερικανικό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και πλήθος διεθνών πράξεων, καθώς και στην Αφρικανική Ήπειρο, με το νεοϊδρυθέν Αφρικανικό Δικαστήριο Δικαιοσύνης και Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Ο νέος Αραβικός Χάρτης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (2008) συμπληρώνει την εικόνα της προστασίας των δικαιωμάτων του ατόμου στον Αραβικό κόσμο[112], ενώ κάποια δειλά, αλλά σταθερά βήματα άρχισαν να φαίνονται στον ασιατικό χώρο με τη δημιουργία της Διακυβερνητικής Επιτροπής δικαιωμάτων του ανθρώπου[113].
Μεσολάβησαν 63 χρόνια από την υιοθέτηση της ΟΔΔΑ και παρόλες τις προσπάθειες κρατών και διεθνών Οργανισμών η κατοχύρωση των δικαιωμάτων του ανθρώπου μοιάζει περισσότερο με όνειρο παρά με πραγματικότητα. Οι διατάξεις της ΟΔΔΑ ενσωματώθηκαν σε συντάγματα και το περιεχόμενο πολλών άλλων διατάξεων διεθνών πράξεων προστασίας των δικαιωμάτων του ανθρώπου, παρόλα αυτά τα βασανιστήρια, η απάνθρωπη μεταχείριση και ο περιορισμός της ελευθερίας της έκφρασης συνεχίζουν να αποτελούν πρακτική σε πολλά κράτη.
Νέες επίσης, μορφές δουλεμπορίου κάνουν την εμφάνισή τους, όπως η παράνομη διακίνηση ατόμων, σε αριθμό που αγγίζει τις 800.000 συμπεριλαμβανομένων και παιδιών, οι πρόσφυγες υποβάλλονται συχνά σε κράτηση ή επαναπροώθηση, ενώ η διαδικασία ενώπιον των διεθνών οργάνων είναι χρονοβόρα και συχνά αναποτελεσματική.
Στα ανωτέρω θα πρέπει να προστεθούν η πείνα, οι αρρώστιες, η φτώχεια, η στέρηση βασικών κοινωνικών δικαιωμάτων κ.ά. Μπορεί ο κόσμος να ελπίζει σε ένα καλύτερο μέλλον, σ’ ένα καλύτερο τρόπο διασφάλισης των ατομικών ελευθεριών;
Η απάντηση δεν είναι εύκολη, και οι διεθνείς Οργανισμοί προσέφεραν αρκετά, όμως εκείνο που απαιτείται, πέραν της κρατικής συμμετοχής είναι η ευαισθητοποίηση των πολιτών και κυρίως η εκπαίδευση όλων μας ώστε να γνωρίζουμε και να σεβόμαστε τις ελευθερίες, τις δικές μας και των άλλων.
[1] Ο ρόλος του ΟΗΕ στον τομέα αυτό είναι σημαντικός. Στις 14 Δεκεμβρίου 1960, η Γ. Σ. υιοθέτησε τη Διακήρυξη για τη χορήγηση ανεξαρτησίας στις αποικίες και στους λαούς των αποικιών. Βλ. M.Barbier, Le commité de décolonisation des Nations Unies, Paris, 1974, σελ. 37 και Π. Νάσκου-Περράκη, Δίκαιο Διεθνών Οργανισμών. Η θεσμική διάσταση, 4η έκδοση, Αντ. N. Σάκκουλας, Αθήνα-Κομοτηνή 2005, σελ. 150.
[2] Σ. Βαρουξάκη, Διεθνείς Οργανισμοί, τομ. Α΄, εκδ. Παπαζήση, Αθήνα, 1980, σελ.68
[3] Four Freedoms Speech, 6 January 1941.
[4] Γ. Δ. Δασκαλάκης, Η Οικουμενική Διακήρυξη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, Αθήνα, 1953, σελ.53
[5] C. A. Colliard, Droit Internationale et Histoire Diplomatique, documents choisi, σελ.608
[6] Η Διάσκεψη του Dumbarton Oaks διήρκησε από 21 Αυγούστου έως 7 Οκτωβρίου 1944 και οι εμπειρογνώμονες του σχεδίου του Χάρτη ήταν αμερικανοί, άγγλοι και σοβιετικοί. Όμως στη συνέχεια έγιναν αρκετές τροποποιήσεις υπέρ της ενσωμάτωσης του σεβασμού των δικαιωμάτων του ανθρώπου στο Χάρτη, από τα συμπεράσματα της Συνόδου των Αμερικανικών Κρατών στην Κατουτεπέλκη του Μεξικού (8 Μαρτίου 1945), στην οποία συμμετείχαν και γάλλοι εμπειρογνώμονες. Στη Σύνοδο αυτή τα αμερικανικά κράτη διακήρυξαν την υποστήριξή τους σ’ ένα διεθνές σύστημα προστασίας δικαιωμάτων του ανθρώπου. Βλ.L. Kopelmanas, L’ Organisation des Nations-Unies, t.1, Paris, 1947, 24 επ.
[7] Βλ. Rh. K.M. Smith, International Human Rights, 2nd edition, Oxford University Press, 2005, σελ. 28.
[8] Βλ. σχετικά Στ. Περράκης, Η διεθνής προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου, Περιφερειακά θεσμικά συστήματα, Αντ. Ν. Σάκκουλας, Αθήνα-Κομοτηνή, 1984, σελ. 29 επ.
[9] Συγκροτήθηκε στις 8 Απριλίου 1945 από τις τέσσερις συμμαχικές νικήτριες δυνάμεις με δικαιοδοσία να κρίνει τα εγκλήματα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Η δικαιοδοσία του καταγράφεται στο Καταστατικό του που αποτελεί παράρτημα στη Συμφωνία του Λονδίνου 1945. Βλ. Κ. Ιωάννου-Σ. Περράκης, Εισαγωγή στη διεθνή δικαιοδοσία, τόμος Ι, Αντ. Ν. Σάκκουλας, Αθήνα-Κομοτηνή, 1984, σελ. 90, B. Ferenz, An International Criminal Court. A step toward World Peace, τόμος ΙΙ, 1980, σελ. 67 επ.
[10] Άρθρο 6 του Καταστατικού του Διεθνούς Στρατιωτικού Δικαστηρίου της Νυρεμβέργης.
[11] M. R. Marrus, The Nuremberg War Crime Trial, 1945-1946, New York, Bedford Books 1997,σελ. 63.
[12] Ο Η. Kelsen, μέγας θεωρητικός της εποχής του είχε χαρακτηρίσει το περιεχόμενο του προοιμίου του Χάρτη ως «κενές φράσεις» βλ. H. Kelsen, The preamble of the Charter –a critical analysis, Journal of Politics, 8, 1946, σελ. 148. Ωστόσο, ανεξάρτητα από την έλλειψη δεσμευτικού χαρακτήρα, το προοίμιο περιέχει το ιστορικό πλαίσιο των νομικών υποχρεώσεων που αναλαμβάνουν τα κράτη και αποδεικνύει τον πολιτικό σκοπό που οδήγησε στην υιοθέτηση της διεθνούς πράξης. Οι συντάκτες του Καταστατικού Χάρτη του ΟΗΕ δεν επιθυμούσαν να δουν την ανθρωπότητα να βιώνει πολέμους, δικτατορίες και καταπάτηση των δικαιωμάτων του ανθρώπου.
[13] Βλ. άρθρα 8, 13β, 55γ, 62.2, και 76.8 του Χάρτη ΟΗΕ.
[14] Άρθρο 1 του Χάρτη του ΟΗΕ.
[15] Όπως έγραφε χαρακτηριστικά ο R. Cassin, La Declaration Universelle et la mise en oeuvre des droits de l’ homme, Recueil des Cours, La Haye, 1951, II, σελ. 245.
[16] Ch. Chaumont, Ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών, Que sais-je?, Ζαχαρόπουλος, Αθήναι, 1964, σελ. 104.
[17] Βλ. R. Brunet, La garantie Internationale des droits de l’homme d‘apres la Charte de San–Francisco, Genève, 1947 και Ε. Schwelb, The International Court of Justice and the Human Rights Clause of the Charter, ASIL, Τόμος 66, 1972, σελ.337, επίσης L. Sohn, Protection of the Human Rights through International Legislation, στο René Cassin, Diplomatique amicorum discipulorumque liber, 1969, σελ. 325
[18] Άρθρο 68: «Το Οικονομικό και Κοινωνικό Συμβούλιο θα ιδρύει επιτροπές για οικονομικά και κοινωνικά θέματα και για την προαγωγή των ανθρώπινων δικαιωμάτων, καθώς και άλλες επιτροπές που θα ήταν αναγκαίες για την εκτέλεση των καθηκόντων του». ECOSOC Res.1/5. Feb.16, 1946.
[19] Βλ. H. Lauterpacht, An International Bill of Rights, 1945, σελ. 19 επ.
[20]Βλ. ECOSOC, off. Rec. 4th sess. 2nd yr supp. No3 Report of the Commission on Human Rights (1947) σελ. 4-5. Α. Eide, The Sub-commission on Prevention of Discrimination and Protection of Minorities, UN Human Rights Law, 1989, σελ. 211.
[21] ECOSOC Res. 2/9 June, 21, 1946 και ECOSOC Res 4/11, June, 21, 1946.
[22] Βλ. Ε. Ρούκουνα, Διεθνής Προστασία Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, Εστία, Αθήνα, 1995, σελ. 67 επ.
[23] UN ECOSOC, off. Rec. 4th sess. 2d yr. Supp.3, Report of the Commission on Human Rights (1947) σελ. 2-3 και Report of the Commission on Human Rights (1948) σελ. 5.
[24] Η ΟΔΔΑ υιοθετήθηκε με τη Res.217(III) στις 10 Δεκεμβρίου 1948. βλ. και E. Humburger, Droits de l’ hommes et relations Internationalles, Receuil des Cours, La Haye, 1959 II, σελ. 420.
[25] Comptes rendus Séances plénières de la 3ème Assemblée générale. Doc. A/PU/180-183 des 9 et 10 Dec. 1948.
[26] A. Vedross, Droit International Public et Droit Interne, RDISDP, 1954, no3, σελ.219. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να σημειωθεί ότι το 1948 πραγματοποιήθηκε ο αποκλεισμός του Βερολίνου από τη δυτική ζώνη ελέγχου της Γερμανίας και το 1949 η ΕΣΣΔ προέβηκε στην πρώτη δοκιμή ατομικής βόμβας, γεγονός που ενόχλησε το ΝΑΤΟ.
[27] Την άποψη αυτή διατύπωσαν παλαιότερα και οι δυτικοευρωπαίοι θεωρητικοί, όπως Anzilotti και Triepel βλ. σχετικά A. Vedross, Droit International Public et Droit Interne, ibid, σελ. 219 επ. Για μία ανάλυση της θεωρίας αυτής βλ. L. Preuss, National Socialist Conceptions of International Law, American Political Science Review, 29, 1935, σελ. 594 επ.
[28] Στις 15/11/1917 οι σοβιετικοί υιοθέτησαν τη «Διακήρυξη των Δικαιωμάτων των Λαών της Ρωσίας» που αναγνώριζε το δικαίωμα στην ισότητα και την κυριαρχία όλων των λαών της Ρωσίας και το δικαίωμα στην ελεύθερη ανάπτυξη των εθνικών και λοιπών μειονοτικών ομάδων. Ακολούθησε η «Διακήρυξη των δικαιωμάτων του εργαζομένου και εκμεταλλευομένου λαού» του Λένιν που υιοθετήθηκε στο τρίτο Συνέδριο των σοβιετικών και δημοσιεύθηκε στις 16/1/1918, βλ.M. Duverger, Constitutions et document politiques, Femed. PUF, Paris, σελ. 625 και L. Preuss, National Socialist conceptions of international law, American Political Science Review, 29, 1935, σελ. 594 επ.
[29] E.H.Carr, The Soviet Impact in the Western World, Macmillan Co, London, 1946, σελ. 104. Για μία ιστορική ανάλυση των δικαιωμάτων του ανθρώπου βλ. και Στ. Περράκης, Η διεθνής προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου. Περιφερειακά θεσμικά συστήματα, ό.π. σελ. 15, G. Murashko and A. Noskova, Stalin and the national-territorial controversies in Eastern Europe, 1945-1947 (part 2), Cold History War, 2, 2001, σελ. 145 επ.
[30] Doc A/PV.183, 10/12/1984, σελ. 8.
[31] Doc A/PV.182, 10/12/1948 σελ. 81, βλ. και Α. Β. Παπακώστα, Η Οικουμενική Διακήρυξη Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, Αθήναι, 1956, σελ. 77,78 επ.
[32] Ibid βλ. και Yearbook of Human Rights for 1948, σελ. 465 επ.
[33] Όπως κατοχυρώνεται στο άρθρο 1,2 και 55 του Χάρτη του ΟΗΕ.
[34] Βλ. Λ. Α. Σισιλιάνος, Η ανθρώπινη Διάσταση του Διεθνούς Δικαίου, Αλληλεπίδραση γενικού διεθνούς δικαίου και δικαιωμάτων του ανθρώπου, Νομική Βιβλιοθήκη, Αθήνα, 2010, σελ. 317 επ.
[35] Βλ. R. Cassin, La Declaration Universelle et la mise en œuvre des droits de l’ homme, Recueil des Cours, La Haye, 1951, II σελ. 289 επ., H. Lauterpacht, International Law and Human Rights, 1950, σελ. 397 ε.π. Ενώ η παγκόσμια κοινότητα δέχθηκε το κείμενο της ΟΔΔΑ με θετικά σχόλια, ο Πρόεδρος της Ένωσης Δικηγόρων ΗΠΑ F. Holman τόνισε ότι «αποτελεί προσπάθεια προαγωγής του σοσιαλισμού, αν όχι του κομμουνισμού, στον κόσμο». Βλ. Foreign Relations of the United States, 1948, vol.I, part I, Washington, 1975, σελ. 291-2, βλ. M. Moskowitz, Is the UN Bill of Human Rights dangerous? A reply to president Holman, American Bar Association Journal, 1949, t.35, No4 και M. Mazower, The strange triumph of Human Rights 1933-1950, Τhe Historical Journal, 47, 2 (2004) σελ. 379 επ.
[36] Για μια αναλυτική παρουσίαση της ΟΔΔΑ βλ. M. G. Johnson and J. Symonides, The Universal Declaration of Human Rights: A History of its creation and implementation 1948-1988, UNESCO, 1988.
[37] W. B. Simpson, Human Rights and the end of Empire: Britain and the genesis of the European Convention, Oxford 2001, σελ. 268.
[38] M. S. Rajan, United States attitude towards domestic jurisdiction in the United Nations, International Organisations, 13, 1959, σελ. 24.
[39] Την υπόθεση είχαν φέρει ενώπιον της Επιτροπής Δικαιωμάτων του Ανθρώπου εκπρόσωποι της Εθνικής Ένωσης των Αφρικανών-Αμερικανών (National Association for the Advancement of Colored People-NAACP) εξιστορώντας την κατάσταση στις ΗΠΑ. Βλ. M. Mazower, The strange triumph of Human Rights, ό.π. σελ. 395.
[40] Ch. Malik, Comment la Commission des Droits de l’ homme rédigé; le Projet de premier Pacte, Bulletin des Nations Unies, 1950, VIII, No 11.
[41] Res. 303 I (XI), 9 Αυγούστου 1950.
[42] Res. 421-V.Report of 3ème Comm. A/1559.
[43] Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο R. Cassin, ό.π. σελ. 301.
[44] G.A. Res. 421, Part E’ 4 Dec. 1950.
[45] Βλ. σχετικά K. Vasak, Le Droit International Des Droits de L’ hommes, Recueil des Cours, La Haye, 1974, No 140, σελ. 357 επ., Ε. Ρούκουνας, Διεθνής Προστασία των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, Εστία, Αθήνα, 1995, σελ. 15 επ. Μια θεωρία που σήμερα έχει ξεπεραστεί, κυρίως μετά τη θέση σε ισχύ του Πρωτοκόλλου στο ΣΟΚΠΔ το 2008 και το δικαίωμα ατομικής αναφοράς ενώπιον της Επιτροπής του Συμφώνου. Σήμερα τα δικαιώματα του ανθρώπου θεωρούνται αδιαίρετα, αλληλεξαρτώμενα και αλληλένδετα. Αξίζει να σημειωθεί ότι μετά την υιοθέτηση του Αφρικανικού Χάρτη Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των λαών το 1981, δημιουργήθηκε η Τρίτη γενιά των δικαιωμάτων του ανθρώπου με κίνητρο την αλληλεγγύη και σημείο αναφοράς τον άνθρωπο όλου του πλανήτη. Βλ. Κ.Drzewicki, The rights of Solidarity, the 3rd revolution of Human Rights, Nordisk Tidsskrift for International Ret, 1984, σελ. 26 και A. Holleaux, Les lois de la troisième génération des droits de l’homme: ébauche d‘étude comparative, Revue des droits de l’ home, 1982, σελ. 527.
[46] Για μία αναλυτική παρουσίαση των δύο Συμφώνων, βλ. Π. Νάσκου-Περράκη, Μηχανισμοί Προστασίας Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλας, Αθήνα-Κομοτηνή, 2008.
[47] Το Σύμφωνο για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα έχει κυρωθεί από 167 κράτη, ενώ το δεύτερο για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Πολιτιστικά Δικαιώματα από 160 κράτη.
[48] Βλ. Π. Νάσκου-Περράκη, Το νομικό καθεστώς των προσφύγων στη διεθνή και ελληνική έννομη τάξη. Η Σύμβαση της Γενεύης του 1951 περί του καθεστώτος των προσφύγων, εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλας, Αθήνα-Κομοτηνή, 1991, σελ. 28-29.
[49] Ibid, σελ. 50-52
[50] Άρθρο 1 της ΟΔΔΑ: «Όλοι οι άνθρωποι γεννιούνται ελεύθεροι και ίσοι στην αξιοπρέπεια και τα δικαιώματα….είναι προικισμένοι με λογική και συνείδηση και οφείλουν να συμπεριφέρονται μεταξύ τους με πνεύμα αδελφότητας».
[51] N. Lerner, Group Rights and Discrimination in International Law, Kluwer, Leiden, 1991, σελ. 25 επ
[52] Του 1965, βλ. σχετικά G. Ténékidès, L’ action des Nation Unies contre la discrimination raciale, Recueil des Cours, La Haye, 1980, τ. 168, σελ. 28, N. Lerner, The UN Convention on the Elimination of all form of racial discrimination 1980 (κυρώθηκε με τον N. 494/1970).
[53] Του 1973, βλ. R. Clark, The Crime of Apartheid in Crimes against Humanity and International Criminal Law, Ch. Bassiouni (ed), New York, 1986, σελ. 299 επ.
[54] Ε. Ρούκουνας, Διεθνής Προστασία των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ό.π. σελ.268.
[55] Για το έγκλημα της γενοκτονίας, βλ. Α. Παπασλιώτης, Το έγκλημα της γενοκτονίας, Θεσσαλονίκη, 1966, Π. Παπαδάτος, Το έγκλημα της γενοκτονίας, Αθήνα, 1956. E. Zoller, La definition des crimes contre l’ humanité, Journal du Droit International 1993, σελ. 549, Η. Fein (ed), Genocide Watch, New Haven, 1992, Ch. Bassiouni, Crimes against humanity and International Criminal Law, Dordrecht, 1992.
[56] Στις 9 Δεκεμβρίου 1948 (κυρώθηκε με το Ν.Δ. 3091/1954).
[57] Στο Συνέδριο της Βιέννης απαγορεύτηκε για πρώτη φορά το δουλεμπόριο, βλ. Κ. Ιωάννου, Η Οργάνωση της Διεθνούς Κοινωνίας, εκδ. Αλτιντζή, Αθήνα-Θεσσαλονίκη, 1978, σελ. 74
[58] Ν.Δ. 1145/1972.
[59] Για μια πλήρη καταγραφή των διεθνών πράξεων που προστατεύουν τα δικαιώματα της γυναίκας, βλ. Ν. Νάσκου-Περράκη, Κ. Χαΐνογλου, Μ. Τσακίρη (επιμ.), Η προστασία των δικαιωμάτων των γυναικών. Διεθνείς Πράξεις σε παγκόσμιο και περιφερειακό επίπεδο, Αντ. Ν. Σάκκουλας, Αθήνα-Κομοτηνή, 2008.
[60] Το άρθρο 4 της Σύμβασης.
[61] Βλ. Π. Νάσκου-Περράκη, Η «προπαρασκευαστική διαδρομή», στο Π. Νάσκου-Περράκη, Κ. Χρυσόγονος, Χ. Ανθόπουλος (επιμ.), Η Διεθνής Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Παιδιού και η εσωτερική έννομη τάξη, Αντ. Ν. Σάκκουλας, Αθήνα-Κομοτηνή, 2002, σελ. 28.
[62] Το Καταστατικό αναθεωρήθηκε μετά το Β Παγκόσμιο Πόλεμο, βλ. UNTS 15 (κυρώθηκε με το Ν.Δ. 399/1947, ΦΕΚ. Α’ 183). Για τη ΔΟΕ και την προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου, βλ. S. P. Marks, Human Rights, Activities of Universal Organisation, στην Encyclopedia of Public International Law, 1995, Vol. II, σελ. 893, και R. Hanski και M. Suksi (επιμ.), An introduction to the International Protection of Human Rights: A Textbook, 1997, σελ. 149 επ.
[63] Άρθρο 1 του Καταστατικού Χάρτη της ΔΟΕ.
[64] Με τη Διακήρυξη της Φιλαδέλφειας του 1944, βλ. και Προοίμιο του Καταστατικού Χάρτη.
[65] H. Bartolomei et al (eds), The International Labor Organisation, Conn: Westview, 1996, σελ. 49.
[66] Άρθρο 19 του Καταστατικού Χάρτη.
[67] Βλ. N. Valticos, Conventions de l’Organisation International du Travail à la croisée des anniversaires, RGDIP v. 100/1 (1996), σελ. 5-43, και N. Valticos, The International Labour Organisation, στο k. Vasak και P. Alston (eds), The international Dimension of Human Rights, 1982, Vol. I, σελ. 363 επ.
[68] Άρθρο 15 § 5ε του Καταστατικού Χάρτη.
[69] Άρθρα 26-34, ibid.
[70] Βλ. Bs.V. Leary, International Labour Conventions and National Law, 1981.
[71] Ιδρύθηκε στο Λονδίνο το 1945, UNTS 4 (Ν. 184/1946, ΦΕΚ. Α’ 28).
[72] Βλ. UNESCO Secretariat, UNESCO and the challenges of Today and Tomorrow, Universal Affirmation of Human Rights, στο B. G. Ramcharan (ed.), Human Rights: Therty years after the Universal Declaration, 1979, σελ. 199 επ., και H. Saba, UNESCO and Human Rights, στο K. Vasak και P. Alston (eds), The International Dimensions of Human Rights, 1982, Τόμος Ι, σελ. 363 επ.
[73] Υιοθετήθηκε το 1960. Η Ελλάδα δεν την έχει κυρώσει. Για την απόδοση του κειμένου στην ελληνική γλώσσα και για την ερμηνεία της Σύμβασης, βλ. Κ. Χατζηκωσταντίνου, Η Σύμβαση της UNESCO περί Απαγορεύσεως Διακρίσεων εις την Εκπαίδευση. Προσπάθεια Αναλύσεως και Ερμηνείας, 1982.
[74] UNESCO, Executive Board, Doc. 77ex/Decision 8.3. (1967).
[75] UNESCO, Executive Board, Doc. 104ex/Decision 3.3. (1978).Ειδικότερα για τη διαδικασία αυτή βλ. Στ. Περράκης, Ουνέσκο και Δικαιώματα του Ανθρώπου,. Τετράδια Διεθνούς Δικαίου 4 1980, σελ 135 επ. Και S. Marks, The complaint procedure of UNESCO, in H. Hannum (επιμ.), Guide to International Human Rights Practice, 2nd ed, 1992, σελ. 86 επ.
[76] Βλ. K. J. Partsch και K. Hufner, UNESCO Procedures for the Protection of Human Rights, στο J. Symonides (επιμ.), Human Rights: International Protection, Monitoring, Enforcement, 2003, σελ. 129.
[77] Το σύνολο των Συμβάσεων της UNESCO, βρίσκεται στο Π. Νάσκου – Περράκη, Δ. Μπαχτσεβανίδου (επιμ.), Conventions, Δημοσιεύματα Έδρας UNESCO Πανεπιστημίου Μακεδονίας (Συμβάσεις) (1), 2008, όπου σε ελληνική μετάφραση παρατίθενται όλες οι συμβάσεις που έχει κυρώσει η Ελλάδα.
[78] Η Οργάνωση δημιουργήθηκε το 1946, IOI 1 (κυρώθηκε με το Ν.Δ. 436/1947, ΦΕΚ Α’ 238).
[79] Βλ. Προοίμιο του Καταστατικού της Οργάνωσης, που δημιουργήθηκε το 1945, UNTS 1, (κυρώθηκε με το Ν.Δ. 410/1947, ΦΕΚ Α΄ 191).
[80] Τα κράτη της BENELUX, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Γαλλία έθεσαν τις βάσεις για έναν ειρηνικό τρόπο επίλυσης των διαφορών στην προσπάθεια διατήρησης της ειρήνης και της διεθνούς ασφάλειας και της απαγόρευσης του πολέμου, υπογράφοντας αρχικά τη Συνθήκη της Δουνκέρκης, στις 4 Μαρτίου 1947, φοβούμενοι επίθεση από τη Δ. Γερμανία. Το πραξικόπημα όμως στην Πράγα, το 1948, δημιούργησε νέες ανησυχίες στη Δυτική Ευρώπη για την επεκτατικότητα της ΕΣΣΔ κι έτσι προχώρησαν στη νέα Συνθήκη, το 1948.
[81] Βλ. Προοίμιο της Συνθήκης Οικονομικής, Κοινωνικής και Πολιτιστικής Συνεργασίας και Συλλογικής Αυτοάμυνας, που υιοθετήθηκε στις Βρυξέλλες στις 17/3/1948 ιδρύοντας τη Δυτικοευρωπαϊκή Ένωση.
[82] Το ΝΑΤΟ ιδρύθηκε στις 4 Απριλίου 1949 στην Ουάσιγκτον δημιουργώντας έτσι ένα πλαίσιο συλλογικής ασφάλειας των κρατών που πέραν από τα δέκα ευρωπαϊκά, συμμετείχαν οι ΗΠΑ και ο Καναδάς. Βασισμένο στο άρθρο 51 του Χάρτη ΟΗΕ είχε ως σκοπό την αποτροπή κάθε επίθεσης και στη συνέχεια αποκατάστασης της εδαφικής ακεραιότητας της περιοχής. Για την κριτική που ασκήθηκε από την ΕΣΣΔ και γνωστούς νομομαθείς σχετικά με την ίδρυσή του και κατά πόσο αποτελεί Οργανισμό στο πλαίσιο του Κεφαλαίου VIII του Χάρτη ΟΗΕ βλ. A. L. Goodhart, The North Atlantic Treaty of 1949, Recueil des Cours, La Haye, 1951, II, σελ. 183 επ.
[83] Βλ. Προοίμιο Συνθήκης του Βορείου Ατλαντικού.
[84] A. H. Robertson, Civil Liberties in Comparative Law, Πολυγραφημένες Παραδόσεις της Faculté Internationale pour l‘Enseignement du Droit Comparé, Strasbourg, 1976, σελ. 47.
[85] Τότε Συμβουλευτική Συνέλευση.
[86] Ο P. H. Spaak διετέλεσε Υπουργός Εξωτερικών του Βελγίου και ήταν ένας από τους πρωτεργάτες της ενοποίησης της Ευρώπης.
[87] Από την πλευρά τους τα κράτη της ανατολική Ευρώπης δημιούργησαν το Σύμφωνο της Βαρσοβίας (1955), έναν στρατιωτικό Οργανισμό, εντείνοντας περισσότερο το φαινόμενο του ψυχρού πολέμου.
[88] Α. Moravcsik, The Origins of human rights regimes: democratic delegation in Post-War Europe International Organisation, 54, 2000, σελ. 217 επ.
[89] Ο P. H. Teitgen είχε διατελέσει και Υπουργός Δικαιοσύνης της Γαλλίας.
[90] B. Russet, Grasping the Democratic Peace: Principles for a Post-Cold War World, Princeton University Press, Princeton, N. J., 1993, σελ. 38 επ.
[91] A. Moravcsik, The origins of Human Rights Regimes: Democratic Delegation in Postwar Europe, στο International Organisations, 54,2, Spring 2000, σελ. 217 επ.
[92] Council of Europe 1975, 1/40-42.
[93] Council of Europe 1975, 1/40-42.
[94] Council of Europe 1975, II/142.
[95] Council of Europe 1975, V/328-30, 336-40.
[96] G. Tenekides, The relationship between Democracy and Human Rights στο Democracy and Human Rights , Council of Europe, Engel Publications, 1990, σελ. 19 επ.
[97] Α. Λ. Σισιλιάνος, Η Οικουμενική Διακήρυξη, η αρχή της δημοκρατικής νομιμότητας και ο ΟΗΕ, στο 50 χρόνια ΟΔΔΑ 1948-1998, εκδ. Σάκκουλα, 1999, Θεσσαλονίκη, σελ. 117 επ.
[98] Για την ελληνική υπόθεση στο ΣτΕ βλ. Δ. Κώνστα, Η ελληνική υπόθεση στο Συμβούλιο της Ευρώπης 1967-1969, θεωρία και πρακτική πολιτικής πιέσεως από Διεθνείς Οργανισμούς, Παπαζήσης, Αθήνα, 1976, Στ. Περράκης, Η ελληνική υπόθεση ενώπιον των Διεθνών Οργανισμών (1967-1969), Αντ. Ν. Σάκκουλας, Αθήνα-Κομοτηνή, 1997.
[99] D. Constas, The Turkish Affair: A test case for the Council of Europe, στο Legal Aspects of European Intergration, 1982, σελ. 69 επ.
[100] Όπως είπε το ίδιο το ΕυρΔΔΑ στην υπόθεση Loizidou vs. Turkey, 310, Eur. CtHR, Series A, 1995, σελ. 27.
[101] Ο Γ. Γ του ΟΗΕ Ban-Ki-Moon, σε λόγο του για τον εορτασμό των 60 χρόνων της ΕυρΣΔΑ, την χαρακτήρισε ως πρωτοπόρο και μαικήνα της δημοκρατίας στη διηρημένη Ευρώπη (www.coe.int/dc/press/news/20101019).
[102] Βλ. Regis Brillat, Ο Ευρωπαϊκός Κοινωνικός Χάρτης και ο Έλεγχος Εφαρμογής του, στο Ν. Αλιμπράντης.
[103] J. M. Larralde, Charte Sociale et Convention Européenne des droits de l’ hommes, στο La Charte Sociale Européenne, ed. J. F. Akandji-Kombe, S. Leclerc, Bruylant, Bruxelles, 2001, σελ. 123 επ.
[104] Η Ελλάδα δεν κύρωσε τον αναθεωρημένο ΕΚΧ.
[105] Είχε προηγηθεί τον Ιούλιο του 1966 η Διακήρυξη της Πολιτικής Συμβουλευτικής Επιτροπής του Συμφώνου της Βαρσοβίας που υποστήριζε την ανάγκη σύγκλισης μιας Διάσκεψης των ευρωπαϊκών κρατών που θα αναγνωρίσει το εδαφικό status quo στην Ευρώπη και θα συμβάλλει στη στενότερη συνεργασία μεταξύ Ανατολής και Δύσης σε διαφόρους τομείς. Η Διακήρυξη έγινε δεκτή από πλευράς ΝΑΤΟ με επιφύλαξη των ΗΠΑ, βλ. H. S. Russell, The Helsinki Declaration: brobdingnag or lilliput? AJIL, 1976, No 2, σελ. 244 επ. Τρία έτη μετά, το 1969 η Δύση διακήρυξε ότι είναι έτοιμη να συνεργαστεί με την Ανατολή κι άρχισε ένας εποικοδομητικός διάλογος που οδήγησε στην προπαρασκευαστική εργασία της Διάσκεψης και στην ίδια τη Διάσκεψη στη 1 Αυγούστου 1975 από 33 ευρωπαϊκά κράτη (πλην Αλβανίας), τις ΗΠΑ και τον Καναδά. Συμμετείχαν ως ουδέτερες η Ελβετία, η Αυστρία και το Βατικανό.
[106] M. Van Der Stoel, Human Rights and Foreign Policy, στο Democracy and Human Rights, Council of Europe, N. P. Engel Publishers, 1990, σελ. 182 επ.
[107] Από τον H. S. Russell, Υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ στη Διάσκεψη για τη σύνταξη της Διακήρυξης, The Helsinki Declaration: brobdingnag or lilliput?, ό.π. σελ. 268.
[108] J. J. Maresca, To Helsinki: The Conference on Security and Cooperation in Europe 1972-1975, 1987, D. C. Thomas, The Power of International Norms: Human Rights, the Helsinki Accords and the Demise of Communism, 2000.
[109] Όπως τονίζει στον πρόλογο του βιβλίου του ο Α. Β. Παπακώστας, Η Τελική Πράξη του Ελσίνκι, Αθήνα, 1983.
[110] R, Brett, Human Rights and the OSCE, Human Rights Quarterly, 18, 3, σελ. 668 επ.
[111] Π. Νάσκου-Περράκη, Δίκαιο των Διεθνών Οργανισμών, Η θεσμική διάσταση, 4η έκδοση, εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλας, Αθήνα- Κομοτηνή, 2005, σελ. 361 επ.
[112] Βλ. Π. Νάσκου-Περράκη, Μηχανισμοί Προστασίας Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλας, Αθήνα-Κομοτηνή, 2008.
[113] ASEAN Intergovernmental Commission on Human Rights (AICHR) βλ. Σχετικά Hen Yee Leung, ASEAN and Human Rights: The prospects of implementation a regional mechanism for the promotion and protection of human rights in Southeast Asia στο www.lawanddevelopments.org.