Τιμητική Εκδήλωση – Laudacio – Vila Costa Blanca

Laudatio

Προς τιμήν της κας Blanca Vila Costa, κατά την αναγόρευση της ως Επίτιμης Διδάκτωρ του Τμήματος Διεθνών και Ευρωπαικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, που πραγματοποιήθηκε στις 9 Nοεμβρίου 2012 στο Αμφιθέατρο Τελετών του Πανεπιστημίου.

Τη Laudatio εκφώνησε η Καθηγήτρια Παρούλα Νάσκου-Περράκη

1770 copyΑναγόρευση διδάκτορος Villa Blanca_2Αναγόρευση διδάκτορος Villa Blanca_1

Σας ευχαριστώ για την παρουσία σας στη δημόσια συνεδρίαση του Τμήματος Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών του Πανεπιστημίου Μακεδονίας στη διάρκεια της οποίας θα απονεμηθεί στην κα. Blanca Vilá Costa   ο τίτλος της Επίτιμης Διδάκτωρ του Τμήματός μας.

Ο τίτλος αυτός αποτελεί την ύψιστη πανεπιστημιακή διάκριση που απονέμεται σε κάποιον με βάση το επιστημονικό του έργο ή την προσφορά του ή της και τη στήριξη του ή της στη χώρα μας, την Ελλάδα.

Η κα Βlanca Vila  Costa  πληρεί  και τις δύο προυποθέσεις, μια και εκτός από το επιστημονικό της έργο, γνωστό και πέραν του χώρου της Ευρώπης, είναι η ισπανίδα επιστήμονας με την ελληνική καρδιά, με μια απέραντη προσφορά και αγάπη για την Ελλάδα, αγάπη που συγκρίνεται μόνο με αυτή που τρέφει για την ίδια της την πατρίδα.,την Ισπανια και ιδιαιτερα την Καταλονία.

Η κα. Blanca Vilá Costa  γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Βαρκελώνη, όπου περάτωσε τις γυμνασιακές της σπουδές. Το δεύτερο από τα επτά παιδιά μιας πολυμελούς οικογένειας, μυήθηκε από τον πατέρα της, γνωστό επιχειρηματία της Βαρκελώνης, για την αγάπη της προς την Ελλάδα, τον ελληνικό πολιτισμό και την ελληνική γλώσσα, την  οποία έμαθε μόνη της και την ομιλεί εξαιρετικά, όπως θα διαπιστώσετε και οι ίδιοι στην αντιφώνηση της.

Έλαβε το πτυχίο της από τη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου της Βαρκελώνης με άριστα και συνέχισε τις Σπουδές της στο Κολλέγιο της Ευρώπης στη Brugges του Βελγίου, όπου έλαβε το μεταπτυχιακό δίπλωμα ειδίκευσης στο Ευρωπαϊκό Δίκαιο. Ήταν η πρώτη Ισπανίδα που παρακολούθησε μεταπτυχιακές σπουδές στο ευρωπαϊκό δίκαιο, μέχρι τότε, και μάλιστα με υποτροφία του Υπουργείου Εξωτερικών της χώρας της.

Με υποτροφίες ,μεταξύ άλλων και από τη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Κολούμπια, παρακολούθησε δυο κύκλους μαθημάτων της Διεθνούς Εταιρείας Συγκριτικού Δικαίου στο Στρασβούργο και στο Άμστερνταμ, ενώ  στη Θεσσαλονίκη,  συμμετείχε στα μαθήματα του Ινστιτούτου Διεθνούς Δικαίου και Διεθνών Σχέσεων για  «το Ευρωπαϊκό Δίκαιο». Ήταν τότε που είχα τη χαρά να τη συναντήσω για πρώτη φορά, νιόπαντρη, τον Σεπτέμβριο του 1977.Η εργασία που εκπόνησε υπό την εποπτεία του καθηγητή  Κρατερού Ιωάννου δημοσιεύτηκε στη γνωστή σειρά του Ινστιτουτου Thesaurus Acroasium vol viii κι αφορούσε την υποθεση Φλαμίνιο Κόστα κατά Ενέλ ,όπου το Δικαστηριο του Λουξεμβούργου έκρινε για πρώτη φορά την υπεροχή του κοινοτικού δικαίου έναντι του εθνικού.

Το 1977, λίγους μήνες πριν επισκεφθεί την πόλη μας, είχε αναγορευτεί διδάκτωρ της Νομικής Σχολής του Αυτόνομου Πανεπιστημίου της Βαρκελώνης με εξαιρετική διάκριση και τίτλο της διατριβής της «Η κατάχρηση της δεσπόζουσας θέσης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας στο Δίκαιο του Ανταγωνισμού». Σε διαγωνισμό που διεξάγεται κάθε δύο χρόνια στην Ισπανία για τις διδακτορικές  διατριβές, η διατριβή χαρακτηρίστηκε ως η καλύτερη της εποχής, και δημοσιεύθηκε στη σειρά δημοσιευμάτων του Ινστιτούτου Δημόσιας Διοίκησης της Μαδρίτης το 1979.

Ήταν η πρώτη διδακτορική διατριβή στην Ισπανία σχετικά με το δίκαιο του ανταγωνισμού,  ιδιαίτερα κατατοπιστική για τα ζητήματα της εσωτερικής αγοράς και τα μονοπώλια.

Η ένταξή της στο διδακτικό προσωπικό της Νομικής Σχολής του Αυτόνομου Πανεπιστημίου της Βαρκελώνης ήταν άμεση. Η ακαδημαϊκή και επαγγελματική της καριέρα εξελίσσεται ραγδαία. Εκλέχτηκε  Καθηγήτρια του Ιδιωτικού Διεθνούς Δικαίου στο Αυτόνομο Πανεπιστήμιο της Βαρκελώνης  το 1986, ενώ από το 1990 μέχρι σήμερα είναι κάτοχος της Έδρας Jean Monnet για το Κοινοτικό Δίκαιο. Υπηρξε η  πρώτη  Ισπανίδα κάτοχος Έδρας Jean Monnet, γεγονός που χαιρετίστηκε ιδιαίτερα στη χώρα της. Ο ίδιος ο Βασιλιάς Χουάν Κάρλος τη συνεχάρη προσωπικά. Κατέχει επίσης, το Κέντρο Αριστείας  Centre of Excellence Jean Monnet από το 1998 μέχρι τις ημέρες μας.

Διδάσκει Κοινοτικό Δίκαιο, ως Καθηγήτρια πλέον στο Κολλέγιο της Ευρώπης (από το 1990-2000), από το οποίο  είχε αποφοίτησε 15 χρόνια πριν , ενώ ταυτόχρονα από το 1997-2007 διδάσκει Δίκαιο της Εσωτερικής Αγοράς στο παράρτημα του Κολλεγίου της Ευρώπης στην Πολωνία.Και τα δυο Μεταπτυχιακά προγράμματα ,που θεωρουνται από τα καλλίτερα στη Ευρώπη ,συγκεντρώνουν φοιτητές από όλες τις χώρες των κρατών μελών της ΕΕ

Οι γνώσεις της γύρω από ζητήματα του Κοινοτικού Δικαίου είναι πλέον γνωστές σε όλη την Ευρώπη και την προσκαλούν να διδάξει στα πανεπιστήμια της Τουλούζ, του Στρασβούργου, της Εξ αν Προβάνς, της Renne ,του Saarbrucke, της Περούτζια, στο Ινστιτούτο Διεθνών Σπουδών στο Παρίσι 2, στο Πάντειο Πανεπιστήμιο της Αθήνας. Γρήγορα όμως αρχίζει υπερατλαντικές πτήσεις προσκεκλημένη από ισπανόφωνες χώρες όπως: το Τεχνολογικό Ινστιτούτο του Μοντερέϊ στο Μεξικό, όπου πήγαινε επί σειρά ετών μέχρι το 2004, διάφορα πανεπιστήμια στη Γουατεμάλα και το Ελ Σαλβαδόρ, επίσημη προσκεκλημένη των Υπουργείων Εξωτερικών των ανωτέρω χωρών.

Παράλληλα δραστηριοποιείται ως εμπειρογνώμων σε μια σειρά προγραμμάτων στις υπό ένταξη χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, όπως τα προγράμματα Phare και Tacis, όπου προσφέρει απλόχερα τις γνώσεις της στην Πολωνία, τη Λιθουανία, την Αλβανία και σε χώρες της Μεσογείου, σε ζητήματα Κοινοτικού Δικαίου, όπως κρατικές ενισχύσεις, εμπορικό δίκαιο, εσωτερική αγορά, ισότητα των δύο φύλων, συνεργασία σε αστικές υποθέσεις, εναρμόνιση του εσωτερικού με το κοινοτικό δίκαιο.

Την τριετία 1994-1997 εργάστηκε ως νομική συμβουλος  στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις Βρυξέλλες. Με την ιδιότητα αυτή υπερασπίστηκε την Ευρωπαϊκή Επιτροπή σε μια σειρά υποθέσεων κατά διαφόρων κρατών, ανάμεσα στις οποίες και η Ισπανία, για παραβιάσεις του κοινοτικού δικαίου. Τα αντικείμενα των υποθέσεων αφορούσαν Δημόσιες Συμβάσεις, Ανθρωπιστική Βοήθεια, Δίκαιο Εταιρειών, Ασφαλιστικό Δίκαιο κ.ά.

Τη διετία 2010-2011 συμμετείχε στην ομάδα εμπειρογνωμόνων Συμβούλων για την προεδρία Ισπανίας-Βελγίου-Ουγγαρίας,γνωστή ως η τρόικα της προεδρίας, μετά από πρόταση της Ουγγρικής πλευράς.

Συνέγραψε, με συνάδελφό της, την 1η και 2η έκθεση για τις σχέσεις Ανδόρας- ΕΕ εξετάζοντας όλες τις παραμέτρους και βοηθώντας στην ανάπτυξη των  σχέσεων Ανδόρας με την Ευρωπαϊκή Ένωση.που κατέληξαν στην υπογραφή της τελωνειακής ένωσης .

Με την ιδιότητα της δικηγόρου, είναι μέλος του ακαδημαϊκού συμβουλίου γνωστής δικηγορικής εταιρείας, στην οποία παρέχει  νομικές  συμβουλές.

Θέσεις ευθύνης στις οποίες υπηρέτησε

Η κα. Blanca Vilá Costa  επέδειξε τις διοικητικές της ικανότητες μέσα από μια σειρά θέσεων που κατέλαβε εντός και εκτός της πανεπιστημιακής κοινότητας.

Διετέλεσε Αντιπρύτανης Ευρωπαϊκών Θεμάτων, αναπτύσσοντας θεαματικά τα διευρωπαϊκά δίκτυα συνεργασίας του Πανεπιστημίου της μέσω ERASMUS, COMETT και LINGUA, καθώς και διάφορα επιστημονικά σχέδια υπό τον συντονισμό της Διεύθυνσης 12 της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπου το Πανεπιστήμιό της συμμετείχε ενεργά σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

Διετέλεσε Αναπληρώτρια Κοσμήτωρ της Νομικής Σχολής, Διευθύντρια του Τομέα Ιδιωτικού Διεθνούς Δικαίου, Διευθύντρια και συντονίστρια του Μεταπτυχιακού Προγράμματος της Νομικής Σχολής για τις Ευρωπαϊκές Σπουδές, καθώς και του νέου Μεταπτυχιακού για την «Ευρωπαϊκή Ενσωμάτωση», για την εφαρμογή της απόφασης της Μπολόνια (2012).

Το Υπουργείο Παιδείας και τα Πανεπιστήμια της χώρας της την όρισαν μέλος της ομάδας Ευρωπαίων Εμπειρογνωμόνων , με σκοπό τον σχεδιασμό και την αξιολόγηση της εφαρμογής του διευρωπαϊκού προγράμματος ERASMUS. Η ίδια έκρινε και ταξινόμησε βάση των κριτηρίων, όλα τα Πανεπιστήμια της Ευρώπης

Από νωρίς αγωνίστηκε για την ισότητα των δύο φύλων στη χώρα της, και από το 1986 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή την όρισε μέλος της Συμβουλευτικής Επιτροπής για την ισότητα ανδρών και γυναικών στις Βρυξέλλες. Εκεί διατύπωνε τη γνώμη της και παρείχε συμβουλές για τις νέες οδηγίες που σχεδίαζε η Ευρωπαϊκή Έπιτροπη, ετσι ώστε να συνάδουν με την αρχή της ισότητας των δύο φύλλων..

Πρωτοστάτησε όμως και σε μια άλλη σημαντική συνεργασία, αυτή της Ευρωπαϊκής Ένωσης Νομικών Σχολών, με έδρα τη Λουβαίν, της οποίας διετέλεσε και Πρόεδρος. Η Ένωση αποτελούμενη από 95 Κοσμήτορες νομικών σχολών των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και Καθηγητών Ιδιωτικού Διεθνούς Δικαίου, ασχολήθηκε με τη διαδικασία της Μπολόνια, δηλαδή, την ενιαία εφαρμογή των ετών μάθησης στα πανεπιστήμια, που είναι τρία χρόνια για πτυχίο, δύο χρόνια για τις μεταπτυχιακές σπουδές και τρία χρόνια για την εκπόνηση διδακτορικής διατριβής. Η διαδικασία αυτή εφαρμόστηκε σε πολλά πανεπιστήμια, με έντονη κριτική για το αποτέλεσμα της, μια και μέσα σε τρία χρόνια η μάθηση είναι περιορισμένη,τηλεγραφική,όπως αναφέρει η κα Βlanca Vila Κosta και μοιραία το βάρος της μάθησης μετατοπίζεται στο μεταπτυχιακό επίπεδο.

Με την ίδια θέρμη συμμετείχε και στην Ένωση των Νομικών Σχολών της Μεσογείου, όπου από την Ελλάδα εκπροσωπείται το Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης.

Η κα. Blanca Vilá Costa ίδρυσε το 1985 σε συνεργασία με άλλους Καθηγητές το Πανεπιστημιακό Ινστιτούτο Ευρωπαϊκών Σπουδών, του οποίου διετέλεσε διευθύντρια, επί σειρά ετών,ένα από τα σπουδαιότερα Ινστιτούτα κοινοτικού δικαίου στην Ισπανία, που διεύρυνε τη δραστηριότητά του και σε άλλες χώρες, βοηθώντας να ιδρυθούν αντίστοιχα ινστιτούτα και να αναπτυχθεί στενή συνεργασία με το Αυτόνομο Πανεπιστήμιο. Τέτοιες χώρες είναι η Αλβανία, το Μεξικό και πρόσφατα η Σεούλ. Ετσι  υλοποιεί το όραμα της εξωστρέφειας του Παν/μιου της

Τέλος, η κα. Blanca Vilá Costa κοσμεί με την παρουσία της σειρά συλλόγων, κινημάτων και σωματείων που συμμετέχει, όπως: το Παρατηρητήριο του Καταλανικού Αστικού Δικαίου, στο οποίο διορίστηκε ως μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου από την Κυβέρνηση της Καταλονίας (2006), το Καταλανικό Συμβούλιο για την Ευρωπαϊκή Κίνηση, στο οποίο διετέλεσε Αντιπρόεδρος (2003-2007), την Καταλανική Ένωση Δημοκρατικών Νομικών (από το 1997), την Ισπανική Ένωση για τη Μελέτη του Κοινοτικού Δικαίου (1989), στην οποία ήταν μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου επί σειρά ετών με τον Rodriguez Iglesias, Πρόεδρο μετέπειτα του Δικαστηρίου του Λουξεμβούργου, την  Ισπανική Ένωση Καθηγητών Διεθνούς Δικαίου και Διεθνών Σχέσεων (από το 1981), μέλος της Ισπανικής Επετηρίδας Διεθνούς Δικαίου και μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου (2006), ιδρυτικό μέλος της Καταλανικής Ένωσης Διεθνών Σπουδών (2000), μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Οικονομικού Κύκλου της Βαρκελώνης και μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Ένωσης «Φαρμακοποιοί χωρίς Σύνορα». Είναι , επίσης Πρόεδρος του συλλόγου Νίκος Καζαντζακης στη Βαρκελώνη με πολλες αξιόλογες  δραστηριότητες .

Το επιστημονικό της έργο

Το επιστημονικό έργο της κας. Blanca Vilá Costa συμπεριλαμβάνεται σε μια σειρά από μονογραφίες, συμμετοχές σε συλλογικούς τόμους και σε έναν μεγάλο αριθμό άρθρων που είναι δημοσιευμένα σε ισπανικά και άλλα ευρωπαϊκά περιοδικά με κριτες,  γραμμένα  εκτος από την ισπανική,στην αγγλική ,γαλλική και ιταλική, γλώσσες που χειρίζεται με άνεση,ενώ ομιλεί ελληνικά και πορτογαλλικά και λιγότερο γερμανικά και φλαμανδικά.

Πολυάριθμη είναι η συμμετοχή της σε συνέδρια που πραγματοποιήθηκαν σε διάφορα πανεπιστήμια της Ευρώπης, αλλά και της Λατινικής Αμερικής. Στο Πανεπιστήμιό μας συμμετείχε σε συνέδριο με τιτλο «Η Ευρωπαική Ενωση στο διεθνές σύστημα», που πραγματοποιήθηκε το 2006.

Τα επιστημονικά της ενδιαφέροντα ισορροπούνται πάνω σε δύο κλάδους, τους οποίους προσπαθεί από την αρχή να «παντρέψει»: το ιδιωτικό διεθνές δίκαιο και το ευρωπαϊκό δίκαιο. Η μακροχρόνια έρευνά της στα δυο αυτά επιστημονικά πεδία, με συνέπεια και αφοσίωση, με πείσμα αλλά και ηγετική τάση, λόγω της προσωπικότητάς της, δείχνει ότι το καταφέρνει.

Η πρώτη της έρευνα άρχισε ήδη από το 1974, πριν αναγορευτεί διδάκτωρ, όταν έστρεψε την προσοχή της στις διαφορετικές νομοθεσίες που υπήρχαν σε καθεμιά από τις γεωγραφικές περιοχές της Ισπανίας. Η Καταλονία, η περιοχή των Βάσκων, η Ανδαλουσία κ.λπ. είχαν διαφορετικούς νόμους στο οικογενειακό δίκαιο, στο οικονομικό δίκαιο, στους κανόνες εσωτερικής αγοράς, στο κοινωνικό δίκαιο, στο ιδιωτικό δίκαιο γενικά.

Ενεπλάκη, λοιπόν, από την αρχή σε μια δυναμική προσπάθεια να εναρμονίσει όλους αυτούς τους κανόνες δικαίου, σ’ ένα κοινό, ομοιόμορφο εθνικό δίκαιο, σ’ όλη την Ισπανία. Σε μια Ισπανία, που σημειώτεον, απέκτησε Σύνταγμα μόλις το 1978, μετά την πτώση του Φράνκο.

Νεαρή δικηγόρος τότε, άρχισε να ασχολείται με τις αντιπαραθέσεις, τις συγκρούσεις των διαφορετικών νόμων στην Ισπανία, με στόχο την εναρμόνισή τους και την ομοιομορφία τους τόσο στο περιφερειακό και κατ’ επέκταση στο εθνικό δίκαιο. Η προσπάθειά της αυτή την οδήγησε στην ενασχόλησή της με το ιδιωτικό διεθνές δίκαιο, η δε εμπειρία που αποκόμισε ήταν σημαντική. Εθεσε τα όρια ανάμεσα στο εθνικό δίκαιο και στο δίκαιο των επί μέρους περιφερειών, κατάφερε να καθοριστεί ένα νομικό πλαίσιο υποχρεωτικών κανόνων δικαίου, που θα όρίζε τα όρια των επιμέρους θεμάτων, όπως λ.χ. ζητήματα ισότητας των φύλων, προστασία ανηλίκων, εσωτερική αγορά κ.λπ. Έτσι, άρχισε η ομοιόμορφη εφαρμογή νόμων σ’ όλη την επικράτεια της Ισπανίας,με βάση τους κανόνες του Ιδιωτικού Διεθνούς Δικαίου.

Η προσπάθεια αυτή κράτησε αρκετά χρόνια, και ολοκληρώθηκε με επιτυχία, χάρη στην ιδέα της κας. Blanca Vilá Costa να  δημιουργήσει ένα δίκτυο ανάμεσα σε Καθηγητές Ιδιωτικού Διεθνούς Δικαίου της Ισπανίας, αλλά και άλλων ευρωπαϊκών κρατών, όπως της Γαλλίας, της Ιταλίας και της Ελλάδας στην προσπάθεια της αφ’ ενός να βγάλει την Ισπανία από την απομόνωση (μετά από 38 χρόνια δικτατορίας), αλλά και να αλλάξει μέσω του διαλόγου μεταξύ των Καθηγητών, τη νοοτροπία των Ισπανών ακαδημαϊκών δασκάλων που θα βοηθούσαν στην εφαρμογή του ομοιόμορφου δικαίου σ’ όλη την Ισπανία. Κάτι που φυσικά πέτυχε μετά από καιρό.  Διότι όπως λέει κι η ιδια χαρακτηριστικά ,τα ζητήματα που σχετίζονται με την αλλαγή της νομοθεσίας απαιτούν χρόνο,πόσο μάλλον αυτά που σχετίζονται με την αλλαγή της νοοτροπίας.Ορμώμενη από την επιτυχία αυτή θα προσπαθήσει στη συνέχεια να μεταφέρει το πείραμα   και στον ευρωπαικό χώρο

Το δεύτερο σκέλος, των επιστημονικών της ενδιαφερόντων σχετίζεται με το Ευρωπαϊκό Δίκαιο, το Κοινοτικό, όπως ονομαζόταν την εποχή εκείνη. Αυτό αποτελεί το αντικείμενο της διδακτορικής της διατριβής που εξετάζει κυρίως το δίκαιο του ανταγωνισμού. Η διατριβή αναφέρεται σε ζητήματα της εσωτερικής αγοράς και των μονοπωλίων, εξετάζει το δίκαιο του ανταγωνισμού από πλευράς διεθνούς δικαίου, καθώς και τη σχέση μεταξύ κοινοτικού και εσωτερικού δικαίου. Το γεγονός ότι θεωρητικά το δίκαιο ανταγωνισμού δεν έχει αλλάξει έκτοτε, καθιστά τη διατριβή επίκαιρη μέχρι σήμερα (π.χ. μια από τις πιο γνωστές υποθέσεις στο Δικαστήριο του Λουξεμβούργου, η υπόθεση Microsoft, βασίζεται σ’ αυτό το σχήμα).

Τη δεκαετία του 1980 επικεντρώθηκε σε ζητήματα ιθαγένειας και τη θέση των αλλοδαπών στην Ευρώπη. Ασχολήθηκε με το συγκριτικό δίκαιο και εξέτασε το θέμα της διπλής ιθαγένειας και πως αντιμετωπίζεται σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, για να βοηθήσει την ισπανική κοινωνία και το δίκαιο της χώρας της σε ζητήματα που προκύπτουν από γάμους μεταξύ αλλοδαπών με ημεδαπούς.

Στην Ισπανία, όπως και στην Ελλάδα, το δίκαιο της οποίας μελέτησε, πραγματοποιήθηκε μια μεγάλη αλλαγή στο οικογενειακό δίκαιο, που περιλάμβανε και ζητήματα διπλής ιθαγένειας. Αυτά τα προβλήματα κατέγραψε προβάλλοντάς τα τόσο κάτω από το πρίσμα του Ιδιωτικού Διεθνούς Δικαίου, όσο και του Κοινοτικού Δικαίου.

Τη δεκαετία του 1990 δίνει έμφαση στην εσωτερική αγορά και προσπαθεί να διευρύνει το επιστημονικό πεδίο του Ιδιωτικού Διεθνούς Δικαίου προς το Κοινοτικό δίκαιο.

Αυτό το πετυχαίνει με την επιστημονική της συμβολή σε δύο βιβλία Ιδιωτικού Διεθνούς Δικαίου, όπου στο ένα ασχολείται με τον ανταγωνισμό και τις τηλεπικοινωνίες και στο άλλο με την αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης πάλι από την ίδια επιστημονική σκοπιά.

Γνωρίζοντας σε βάθος και τους δύο κλάδους του δικαίου, η κα. Blanca Vilá Costa    προσπαθεί να καθορίσει τα όρια του κοινοτικού δικαίου, μέσα στα οποία θα εφαρμοστούν οι αρχές του ιδιωτικού διεθνούς   δικαίου   σ’ όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής  Ένωσης.Αυτό είναι το όραμα της.

Έτσι, προχώρησε στην κωδικοποίηση των κανόνων του ιδιωτικού διεθνούς δικαίου στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (που δημοσιεύτηκε το 2012), καθώς και στην καταγραφή των διαδικασιών κωδικοποίησης του ιδιωτικου διεθνους στην ευρωπαική έννομη τάξη.

Η κα. Blanca Vilá Costa εντοπίζει τους διαφορετικούς κανόνες δικαίου που υπάρχουν μέσα στα εθνικά νομικά μας συστήματα και προτείνει: όχι στην ομοιογενοποίηση όλων των κανόνων. Πιστεύει ότι θα πρέπει να θέσουμε απλά τα όρια της εφαρμογής τους, να δημιουργήσουμε κάποιους θεσμούς, σεβόμενοι τους εσωτερικούς μας νόμους, διότι, όπως αναφέρει στο έργο της, το πρόβλημα δεν είναι η αλλαγή των νόμων σε κάθε χώρα, αλλά η ανάγκη να αποκτήσουμε μια διαφορετική οπτική του δικαίου, διατηρώντας τους νόμους μας, κατοχυρώνοντας τα δικαιώματά μας και τη διαφορετικότητά μας. Ως Καταλανή,  προασπίζεται τις αποψεις της  με πάθος και συχνά διατείνεται πως δεν είναι ορθόδοξη – όχι με την έννοια της θρησκείας – αλλά ετερόδοξη, διότι σέβεται τη διαφορετικότητα.

Για τον λόγο αυτό η επιστημονική της επιδίωξη, το όραμά της, είναι η ενοποίηση των ορίων, και όχι των θεσμών και των κανόνων δικαίου. Προς αυτήν την κατεύθυνση πιστεύει ότι  χρειαζόμαστε ελάχιστα κοινά σημεία .

Στον συλλογικό τόμο υπό  τον καθηγητη  Alston, με θέμα  «Η Ευρωπαική Ενωση και τα δικαιώματα του ανθρώπου», η κα. Blanca Vilá Costa επανέρχεται στο ζήτημα της ιθαγένειας, ασκώντας κριτική στην Ευρωπαϊκή Ένωση υπογραμμίζοντας ότι πρέπει να διακρίνουμε τις αξίες από τους κανόνες.Τονίζει χαρακτηριστικα ότι

«Η αξιοπρέπεια είναι μια εγγενής  ανθρώπινη  αξία, ενα ανθρώπινο δικαίωμα . Κάθε άνθρωπος έχει δικαιώματα. Η πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης περιορίζει  μερικά από αυτά,κυρίως τα δικαιώματα των υπηκόων τρίτων χωρών που είναι εγκαταστημένοι στα κράτη της ΕΕ.»Πρότεινε στην  Ευρωπαικη Επιτροπή να δημιουργηθεί ένα πλαίσιο συμπεριφοράς για τους υπηκόους τρίτων κρατών, και είναι αξιοσημείωτο ότι η Επιτροπή προσπάθησε να ακολουθήσει την πρότασή της στην υοθετηση διάφορων οδηγιών.

Η ίδια όμως πιστεύει ότι η σημερινή Ευρωπαϊκή Ένωση οπισθοχωρεί σε ζητήματα προστασίας των δικαιωματων του ανθρωπου,, μένοντας σταθερή στα ελάχιστα δυνατά όρια προστασίας. Αυτό καταγράφει και στο βιβλίο της σχετικά με την μεταναστευτική πολιτική της Ισπανίας που εκδοθηκε το (2008).Τα επιστημονικά της  όμως,ενδιαφέροντα επεκτείνονται και σε άλλα ζητήματα που σχετίζονται με τις μεθόδους εναρμόνισης του δικαίου,τη συνεργασία των δικαστηρίων σε αστικές υποθέσεις,με την ελευθερία διακίνησης αγαθών,υπηρεσιών,με τους κανόνες, τις εξαιρέσεις και τους περιορισμούς,με ζητήματα πνευματικής και βιομηχανικής ιδιοκτησίας,εναρμόνισης του εταιρικού δικαίου ,με έμφαση στην ελευθρερία εγκατάστασης εταιριών και άλλα.

Η κα. Blanca Vilá Costa είναι ίσως η πλέον διάσημη Καθηγήτρια για ζητήματα Κοινοτικού Δικαίου στην Ισπανία,  στην   Ευρώπη,αλλά και στην Λ Αμερική. Η έκτη έκδοση του βιβλίου της για το Ευρωπαϊκό Δίκαιο αποτελεί το βασικό εγχειρίδιο για όλους τους φοιτητές σε όλα τα πανεπιστήμια της Ισπανίας. Βρίσκεται σε πανεπιστημιακές βιβλιοθήκες της Γαλλίας και της Ιταλίας, ώστε να χρησιμοποιείται από τους φοιτητές ERASMUS, ενώ κοσμεί και τις βιβλιοθήκες νομικών σχολών της Λατινικής Αμερικής.

Δεν είναι τυχαίο λοιπόν, που κάποτε όταν είχε καθιερωθεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση το 1990 ο θεσμός της Γυναίκας της Ευρώπης, η κα. Blanca Vilá Costa είχε προταθεί από τη χώρα της, την Ισπανία, ως η  ευρωπαία γυναίκα της Ισπανίας, για να διεκδικήσει τον τίτλο, κι ουτε είναι  είναι  τυχαίο ότι ηρθε 2η στη σειρά κατάταξης .Διότι η κα Βlanca Vila Costa  είναι η ευρωπαία επιστήμονας που εργάζεται σε ένα πολυγλωσσικό ,πολυπολιτισμικό περιβάλλον ,στον ευρύτερο χώρο της Ευρωπαικής Ενωσης, αλλά και της Μεσογείου,διατηρεί τις επαφές της με τις χώρες τις Λ Αμερικής ,και πέραν των ακαδημαικών της κι ερευνητικών της ενδιαφερόντων έχει τη χαρά να παρεμβαίνει στη διαμόρφωση του δικαίου ακόμη και στο έργο της Επιτροπής .Πέραν αυτών όμως ,φρονώ ότι η μεγαλλίτερη χαρά της εντοπίζεται στο γεγονός ότι επι 10ετίες κατάφερε να γαλουχήσει εκατοντάδες φοιτητών ,όχι μόνο στην Ισπανία,αλλά και σε όλα τα κράτη της ΕΕ στο όραμα της , στο να δώσουμε μια ανοικτή ματιά στις κοινωνίες  μας μέσα από το διεθνές δίκαιο ,στη συμπόρευση των κανόνων του ιδιωτικού με το ευρωπαικό και κυρίως με τα δικαιώματα του ανθρώπου.Είμαστε .λοιπόν ιδιαίτερα  ευτυχείς που αποκτούμε ένα νέο μέλος στην ακαδημαική μας οικογένεια,μια δυναμική συνέχεια  στη συνεργασία των 2 παν/μιων ,που έχει ήδη δρομολογηθεί.

Χαιρετίζω την παρουσία των νεώτερων καθηγητών του ιδιωτικού διεθνούς δικαίου του Αυτόνομου Παν/μιου της Βαρκελωνης  των κων Κοσμήτορα  Hose Maria de DIOS and Miguel Gardenia Santiago που θα συνεχίσουν τη συνεργασία που ξεκινήσαμε με την κα Βlanca Vila Costa  και θα κλείσω με την απάντηση που μου έδωσε η  τιμώμενη στο ερώτημα μου «πως βλέπει το μέλλον της Ευρώπης κι αν θα ξεπεράσουμε την κρίση».Μου απάντησε, «θα την ξεπεράσουμε ,η Ευρώπη θα ξαναβρεί τον δρόμο της μέσα από τον λόγο,το πνεύμα,την ψυχή και τον πολιτισμό της ,που όλα έχουν βαθειά τις ρίζες τους στην Ελλάδα και στον Νότο της Ευρώπης, στη Μεσόγειο».

Σας ευχαριστώ

Παρούλα Νασκου-Περράκη

Καθηγήτρια Διεθνούς Δικαίου και Διεθνών Οργανισμών

Τμήμα ΔΕΣ ,ΠΑΜΑΚ

Αντιφώνηση της τιμώμενης Καθηγήτριας κας VILA- COSTA Blanca

Αγαπητέ κύριε Πρύτανη του Πανεπιστημίου Μακεδονίας,

Aγαπητή κυρία  Καθηγήτρια Νάσκου – Περράκη,

Παρόντες φίλοι από την Ελλάδα και την Ισπανία,

Αγαπητοί παρευρισκόμενοι, αγαπητοί φοιτητές και φοιτήτριες

  1. Θα ήθελα καταρχάς να πω ότι δεν έχω λόγια για να ευχαριστήσω το Τμημα Διεθνών και Ευρωπαικών Σπουδών του λαμπρού αυτού Πανεπιστημίου Μακεδονίας, στην πολυαγαπημένη πόλη της Θεσσαλονίκης, για την τιμή που μου κάνει με σκοπό να αποδείξει, πιστεύω, πόσο στενοί είναι οι προσωπικοί και οι θεσμικοί δεσμοί μας, πέρα από τις καθημερινές ακαδημαϊκές συνήθειες και πρακτικές, πέρα από τα σοβαρά συνέδρια. Ξέρω πολύ καλά ότι δεν θα άξιζα την τιμή να αναγορευθώ Επίτιμη Διδάκτορας από αυτό το Τμημα, αν δεν ένιωθα ειλικρινή αγάπη για την Ελλάδα και τη Θεσσαλονίκη και αν δεν ήταν γερά θεμελιωμένη και εναργής η ιδιαίτερα μακρόχρονη ακαδημαϊκή μου καριέρα. Μια καριέρα που είχε ως ένα από τα σημεία εκκίνησης αυτή την πόλη και το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο,το 1977, στο οποίο αξιοποίησα μία από τις υποτροφίες του για τη μελέτη του Ευρωπαικου Δικαίου, έχοντας μόλις αναγορευτεί Διδάκτωρ στη Βαρκελώνη. Μια καριέρα που μου παρείχε από την αρχή, ως ένα χάρισμα, μια ανοιχτή ματιά στις κοινωνίες μας, στο Διεθνές Δίκαιο, στην Ευρώπη, όπως ο αξιοθαύμαστος και παραγωγικότατος Καθηγητής, Δικαστής και Ευρωβουλευτής Δημήτρης Ευρυγένης πιθανότατα θα επιθυμούσε.

Είναι ευρέως γνωστό ότι δεν είμαι φίλη των βραβείων, των διακρίσεων ούτε των τιμών και ότι ποτέ δεν τις αναζήτησα. Ωστόσο, ενώπιον της πρότασης των καθηγητών αυτού του Πανεπιστημίου, που μου ανακοίνωσε προσωπικά η πολυαγαπημένη και λαμπρή καθηγήτρια κυρία Νάσκου – Περράκη, στην οποία είμαι βέβαιη ότι χρωστώ αυτή την τιμή, αντιλήφθηκα την εμβέλεια της πρωτοβουλίας αυτής, και τη δέχτηκα ταπεινά ως πράξη ακαδημαϊκής «τιμής» σε όλη της την πληρότητα. Με άλλα λόγια, έτσι ακριβώς όπως ορισμένοι από εμάς πάντοτε αντιλαμβανόμασταν το πανεπιστήμιο: ως ένα ανθρώπινο φόρουμ κατανόησης μεταξύ ανθρώπων, λαών και θεσμών στην παγκόσμια κοινωνία μας. Και τη δέχτηκα ως έναν ιδιαίτερο εναγκαλισμό ανάμεσα στη χώρα μου και στη δική σας, την Ελλάδα, ανάμεσα σε αυτές τις δύο αρχαίες χώρες μας. Ανάμεσα στην Καταλονία και τη Μακεδονία, εξέχουσες και πρωτοπόρες περιοχές, με ανθρωπους που λατρεύουν  την περιπέτεια αλλά είναι συνάμα γαλήνιες, καλλιεργημένες και εργατικές. Ένας εναγκαλισμός αδελφικός, στιβαρός σε καιρούς κοινών κρίσεων, ανθρώπινων και οικονομικών, που  δύσκολα αναλύονται , αν τις παρατηρεί κανείς μέσα από τη μοναξιά και την απομόνωση.

Νεαρή, αριστερή και Καταλονή, άρχισα τις σπουδές μου στη Νομική το 1968, έχοντας γεννηθεί σε μια μεγαλοαστική οικογένεια, εξαιρετικά καλλιεργημένη και τεχνοκρατική, στην οποία οφείλω πολλά για τη στοργή, την κατανόηση και την ανεκτικότητά της σε εξαιρετικά δύσκολους καιρούς. Κάτι που εδώ μπορεί λακωνικά να ειπωθεί είναι ότι το ξεκίνημά μου ήταν σε όλα ταχύτατο για εκείνη την εποχή. Πτυχιούχος Νομικής από το Πανεπιστήμιο της Βαρκελώνης μόλις στα είκοσί μου χρόνια, βοηθός Διεθνούς Δικαίου στα 21, Μεταπτυχιακό στις Νομικές Ευρωπαϊκές Σπουδές από το Κολλέγιο της Ευρώπης της Μπρυζ (το οποίο δημιούργησε ο Don Salvador de Madariaga) στα 24 και Διδάκτωρ Δικαίου στα 26 μου. Έκανα το Μάστερ κατά τη διάρκεια της δίκης του πατέρα μου, εξαγωγέα κλωστοϋφαντουργικής τεχνολογίας και θύματος του πολιτικο-οικονομικού συστήματος της εποχής – ο οποίος ήξερε πώς να μεταδώσει στα παιδιά του τόσα και τόσα πράγματα – και φόρεσα για πρώτη φορά την τήβεννο στη δίκη του. Εν ολίγοις, σε διάστημα πέντε ημερών, παρουσίασα τη διατριβή μου, παντρεύτηκα και μου γνωστοποίησαν ότι κέρδισα την υποτροφία για να παρακολουθήσω το σεμινάριο του Καθηγητή Κωνσταντόπουλου, το καλοκαίρι του 1977, στο τμήμα Νομικής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Τότε γνώρισα τον Καθηγητή Κρατερό Ιωάννου και την ομάδα Διεθνούς Δικαίου που τον συνόδευε, οι οποίοι διηύθυναν τα ερευνητικά σεμινάρια και εδώ δημοσίευσα την τελική μου εργασία. Μια τιμή, σε τόσο σημαντικές στιγμές για τις νεαρές μας δημοκρατίες του Νότου. Στιγμές μεγάλων συνεργασιών, που καλό θα ήταν να επανέλθουν, και που διαισθάνομαι ότι ήδη επανέρχονται.

Από το 1972 ως το 1974 και από το 1976 ως το 1981 η ακαδημαϊκή μου ζωή κύλισε στο πλαίσιο της επιστημονικής ομάδας του Doctor D. Manuel Díez de Velasco και υπό τη διεύθυνση των καθηγητών Oriol Casanovas και Gil Carlos Rodríguez Iglesias, με παρουσία στο πανεπιστήμιο της Βαρκελώνης, στο Αυτόνομο Πανεπιστήμιο της Βαρκελώνης, και στο Αυτόνομο Πανεπιστήμιο της Μαδρίτης. Το 1981 διαχωρίζονται στην Ισπανία οι κλάδοι του Δημόσιου και του Ιδιωτικού Διεθνούς Δικαίου και επιλέγω τον τελευταίο, υπό την επιρροή των ιστορικών και επιστημονικών μου αναγνώσεων των καθηγητών Carrillo Salcedo, González Campos και Pérez Vera στην Ισπανία καθώς και των Battifol, Φρατζεσκάκη, Lagarde, Lalive, De Nova και Ευρυγένη,[ εκτός από τους Reese και Rosenberg, τους Αμερικανούς καθηγητές μου.] Όπως θα δούμε, στη δική μου περίπτωση το Ιδιωτικό Δίκαιο προσεγγιζόταν τότε μέσα από μια ανοιχτή και ευρωπαϊκή σκοπιά, η οποία είχε διαμορφωθεί αυστηρά στο πλαίσιο αυτού του Δικαίου. Αναπληρώτρια Καθηγήτρια το 1982 και Καθηγήτρια στο Αυτόνομο Πανεπιστήμιο της Βαρκελώνης στα τέλη του 1986, συνεργάζομαι εκείνη την εποχή με τη Δόκτορα Alegría Borrás. Οργανώσαμε μαζί το σεμινάριο στη Βαρκελώνη με τους καθηγητές Lando, Κεραμέα και Βρέλλη· και την ίδια εποχή συνεργάζομαι σε θέματα ισότητας μεταξύ εργαζόμενων ανδρών και γυναικών με δύο μέλη του τότε Συμβουλίου της Επικρατείας, τη Σοφία Σπηλιωτοπούλου και τον Χρήστο Γεραρή, που έρχονται στη Βαρκελώνη σε ένα πολυπληθές Συνέδριο υψηλού επιπέδου και ιδιαίτερα πρακτικού χαρακτήρα, που διοργάνωσα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή πάνω στο θέμα αυτό. Σχεδόν ταυτόχρονα, το 1989, συμμετέχω σε ένα Συνέδριο στη Θεσσαλονίκη που διοργανώνουν οι Καθηγητές Αργύρης Φατούρος και Χρήστος Ροζάκης, ο οποίος μας είχε επισκεφθεί χρόνια πριν, μαζί με άλλους. Εκείνα τα χρόνια, αμέσως μετά την προσχώρηση των χωρών μας [στην ΕΟΚ], ήταν πολλές οι παράλληλες εμπειρίες που μοιραζόμασταν. Έτσι, συνεργάστηκα συχνά με τους Καθηγητές Στέλιο Περράκη, Λουκά Τσούκαλη, Παρούλα Νάσκου – Περράκη και Χαράλαμπο Τσαρδανίδη, μεταξύ άλλων.

  1. Ολόκληρος ο ακαδημαϊκός μου βίος, εδώ και περισσότερο από τριάντα χρόνια, δομήθηκε προσεγγίζοντας το επιστημονικό αντικείμενο του Ιδιωτικού Διεθνούς Δικαίου, όχι από την παραδοσιακή σκοπιά της σύγκρουσης νόμων και της κλασικής τεχνικής σύγκρουσης [δικαιοδοσίας] ως απάντηση στα βασικά προβλήματα «εφαρμοστέου δικαίου», αλλά παρατηρώντας τις ιδιωτικές διεθνείς σχέσεις από τα πιθανά όρια του. Με άλλα λόγια, από τους επονομαζόμενους “κανόνες άμεσης εφαρμογής” του Φρατζεσκάκη, τις lois de police, που υπήρξαν αντικείμενο μεγάλης αντιπαράθεσης κατά την επεξεργασία της Κοινοτικης Συμβασης (CE) της Ρώμης σχετικά με το εφαρμοστέο δίκαιο, μέχρι τις συμβατικές υποχρεώσεις και το άρθρο 7, 1 και 2 βασισμένο στη δικαστική απόφαση Alnati, συγκεντρωμένα όλα πρόσφατα σε ένα σκληρό πυρήνα «κανόνων περί επιτακτικών αναγκων γενικού συμφέροντος».

Ταυτόχρονα, ως συνέπεια τούτου, η σκέψη μου εμβάθυνε στα υπαρκτά όρια όχι μόνο του εφαρμοστέου δικαίου αλλά και της αυτονομίας της βούλησης, τόσο στην  οικονομική έννομη τάξη (κλάδος της αγοράς, δίκαιο του ανταγωνισμού, άλλοι κανόνες οικονομικής αστυνομευσης, απαλλαγή ευθύνης) όσο και στην κοινωνική έννομη τάξη (θεμελιώδες δίκαιο της ισότητας των φύλων, σύμβαση εργασίας και κανονισμοί προστασίας, δικαιώματα και προστασία των εργαζομένων σε περιπτώσεις μεταβιβασης των εταιρειών τους, δικαιώματα των εργαζομένων και μοντέλα συμμετοχής στη δομή και τη ζωή των κοινωνιών…). Εργαζόμουν πάνω και στις δύο όψεις, μέσα από τη διπλή σκοπιά του εφαρμοστέου δικαίου και της σύγκρουσης δικαιοδοσιών. Αυτή η τελευταία σκοπιά εισήχθη στην Ισπανία μέσα από το γενικό σεμινάριο στη Ακαδημία της Χάγης του καθηγητή Miaja de la Muela, και με αποφασιστικότητα από τον καθηγητή Julio González Campos στο σεμινάριό του περί δομικών σχέσεων μεταξύ FORUM και IUS και του Ιδιωτικού Διεθνούς Δικαίου.

Συνοψίζοντας, προερχόμενη από διδακτορικές σπουδές επικεντρωμένες κυρίως στο Κοινοτικό Δίκαιο του ανταγωνισμού και της αγοράς – εδώ οφείλω να μνημονεύσω τον αποβιώσαντα δάσκαλό μου, τον καθηγητή Jacques Van Damme και την προσπάθειά μας να προσδώσουμε νομική υπόσταση στην οικονομική έννοια της «σχετικής αγοράς» – και έχοντας ως αντικείμενο διδασκαλίας στο Κολλέγιο της Ευρώπης της Μπρύζ το “Internal Market Law” ή Δίκαιο Εσωτερικής Αγοράς, ήταν λογική αυτή η διπλή «ματιά». Ήταν όμως επίσης λογική, ως γυναίκα που είμαι, και μια ματιά στραμμένη στην κοινωνία και την ισότητα, πόσο μάλλον έχοντας συμμετάσχει άμεσα επί τρία χρόνια στην παρακολούθηση των υπαρχουσών οδηγιών περί δικαιώματος στην ίση αμοιβή και αντιμετώπιση μεταξύ ανδρών και γυναικών, άπαξ και θεσπίστηκε από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο ως θεμελιώδες δικαίωμα το 1976 (Υπόθεση Defrenne II), αλλά και στην προετοιμασία και υιοθέτηση της «δεύτερης γενιάς» οδηγιών περί ισότητας των φύλων, συγκεκριμένα περί αντιστροφής και καταμερισμού του βάρους αποδείξεως, συμμετέχοντας  μεταξύ άλλων ως ανεξάρτητη εμπειρογνώμονας, εκπροσωπώντας την Ισπανία, στην Επιτροπή Ισότητας που δημιούργησε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. . Αυτή η ακαδημαϊκή και συνάμα πρακτική προσέγγιση μέσα από τους θεσμούς, σημάδεψε το πεδίο έρευνας μου και αποτέλεσε εξαίρεση τόσο εντός όσο και εκτός Ισπανίας, εκτός από τις περιπτώσεις των καθηγητών Carrillo Salcedo και Ευρυγένη, οι οποίοι είχαν αμφότεροι μια ευρεία αλλά διαυγή και αυστηρά διεθνιστική οπτική. Εξάλλου, στη Γερμανία, τόσο οι καθηγητές Jaymé όσο και οι Köhler και Basedow συμμετείχαν ήδη από τότε σε αυτή την ευρεία οπτική, που στη δική μου περίπτωση συμμεριζόμουν με τις καθηγήτριες και φίλες Laurence Idot και Sylvaine P.Peruzzetto, και τελευταία στην Ισπανία με τους καθηγητές Sixto Sánchez Lorenzo,  Manuel Desantes, Pedro de Miguel Asensio και Miguel Gardeñes.

  1. Η ευρωπαικη μου κατάρτιση και το γεγονός ότι ανήκα σε μια συγκεκριμένη ακαδημαϊκή γενιά «της μεταπολίτευσης», πιθανότατα ανέπτυξαν μέσα μου δύο σύμφυτα χαρακτηριστικά: μια κάποια ετεροδοξία και έναν πρωτοποριακό χαρακτήρα στην προάσπιση του Ιδιωτικού Διεθνούς Δικαίου ως έναν κλάδο του δικαίου απαραίτητο για τους υπόλοιπους στον 21ο αιώνα. Από την άλλη, μια δυνατή φιλοευρωπαϊκή οπτική «από τον Νότο» αντικατόπτριζε τόσα και τόσα πολιτικά, ακαδημαϊκά και καθημερινά παράδοξα και εντάσεις. Αυτά ενίσχυσαν μέσα μου μια μόνιμη ανησυχία για τη συνεκτικότητα και τη συνοχή του κοινοτικού νομικού οικοδομήματος, καταφανώς ατελούς, ανησυχία η οποία διαφαίνεται σε πολλές από τις εργασίες μου, ακόμα και στους ίδιους τους τίτλους τους. Ίσως λόγω της καταγωγής μου από οικογένεια επιχειρηματιών, καταγωγή που δεν απαρνούμαι, να ήθελα πάντοτε να αλλάξω τα πράγματα.

Αυτή η ετεροδοξία και αυτός ο εξερευνητικός χαρακτήρας νέων επιστημονικών πεδίων, καθώς και η (sic) «υπερβολικά» φιλοευρωπαϊκή κατάρτισή μου σε σχέση με τη γενικότητα του κλάδου, μας επεφύλασσαν ορισμένες μεγάλες απογοητεύσεις μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 90. Θα ήθελα να μνημονεύσω εδώ τους ανθρώπους, μαθητές και συναδέλφους που υπέφεραν γι’ αυτό το λόγο, για τα υπερβολικά ριψοκίνδυνα προτεινόμενα θέματα για τις διδακτορικές διατριβές ή τις επιστημονικές εργασίες ,ιδιωτικό διεθνές δίκαιο και εκσυγχρονισμός του πτωχευτικού δικαίου, ρήτρες ανταγωνισμού στον τομέα των τηλεπικοινωνιών, συμβάσεις ηλεκτρονικού εμπορίου, παραβίαση του εταιρικού απορρήτου και εξωσυμβατική ευθύνη, αρχή αμοιβαίας αναγνώρισης μέσα από τον κλάδο μας, ιδιωτική εκτελεση και δίκαιο του ανταγωνισμού…. Αναλαμβάνω πάσα ευθύνη για αυτές τις προτάσεις και τις αρνητικές όψεις – τουλάχιστον στην αρχή – ενός τόσο ριψοκίνδυνου εγχειρήματος. Συμβαίνει όμως να αδυνατώ να προτείνω ένα θέμα διδακτορικής διατριβής ή επιστημονικής εργασίας που να μην απαιτεί επιστημονική ενασχόληση ή να μην παρέχει επιστημονικά κίνητρα, να μην προϋποθέτει δηλαδή ένα πεδίο προς ανακάλυψη. Κάνω μόνο προτάσεις που απαιτούν και τον δικό μου ενθουσιασμό και προσπάθεια ως να ήμουν αρχάρια… και είναι συνήθως περίπλοκες.

Εν τούτοις, σήμερα όλα τούτα μοιάζουν ξεκάθαρα αποδεκτά από την επιστημονική κοινότητα των διεθνολόγων μετά από την «κοινοτικοποίηση» της νομοθεσίας περί των επονομαζόμενων συγκρούσεων νόμων και δικαιοδοσιών και αυτή της αναγνώρισης αλλοδαπων αποφάσεων,  στις αστικές και  εμπορικές υποθεσεις. Παράλληλα, διευρύνθηκαν σταδιακά οι προσπάθειες κωδικοποίησης στην Ευρώπη νέων νομικών πεδίων για την προστασια του  καταναλωτη,  των δικαιωμάτων των εργαζομένων,των υπηρεσιών εν γένει,  τωνχρηματοοικονομικών υπηρεσιών και τελευταία και του οικογενειακού δικαίου, πράγμα που ίσως δώσει δύναμη σε εκείνη την ετερόδοξη και (sic) ριψοκίνδυνη οπτική που είχα τριάντα χρόνια πριν.

Απόδειξη τούτου είναι ότι τον Αύγουστο που μας πέρασε δύο εξαίρετοι συνάδελφοι, ο Christian Köhler, επίτιμος γενικός Διευθυντής στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο στο Λουξεμβούργο και επίτιμος καθηγητής στο EuropaInstituut του Πανεπιστημίου του Saarbrücken, και ο Jürgen Basedow, Διευθυντής του Max Planck Institüt στο Αμβούργο και καθηγητής Ιδιωτικού Διεθνούς Δικαίου και Δικαίου του Ανταγωνισμού, δίδαξαν παράλληλα αντίστοιχα σεμινάρια στην Ακαδημία Διεθνούς Δικαίου της Χάγης. Αμφότεροι, έχοντας κατά κάποιο τρόπο αντίθετες σταδιοδρομίες, δίδαξαν τα αντίστοιχα σεμινάρια με «ευρεία οπτική», σεμινάρια πολυαναμενόμενα από όλους μας: το πρώτο, «Η αυτονομία της βούλησης των ιδιωτών: μια οικουμενική αρχή μεταξύ φιλελευθερισμού και κρατισμού», μας οδηγεί στο συμπέρασμα της πρόσφατης δόμησης των συστημικών ορίων της αυτονομίας  των ιδιωτων λόγω των «επιτακτικών απαιτήσεων γενικού συμφέροντος». Η αόριστη αυτή νομική έννοια που γεννήθηκε από την ευρωπαϊκή νομολογία, μας κάνει να επαναπροσεγγίζουμε εκείνους τους «κανόνες άμεσης εφαρμογής», που έχουν ήδη διηθηθεί μέσα από την κοινοτική εμπειρία της Εσωτερικής Αγοράς. Το δεύτερο, το Γενικό Σεμινάριο αφιερωμένο στο «Δίκαιο των Ανοιχτών Κοινωνιών», αναπτύσσεται υπό το πρίσμα της έντασης μεταξύ της ιδιωτικής αυτονομίας και της δημόσιας ρύθμισης, μεταξύ δημόσιων και ιδιωτικών δρώντων στον κόσμο των διεθνών σχέσεων.

  1. Μια ευρεία και, κατά πρώτο λόγο, φιλοευρωπαϊκή οπτική του επιστημονικού μας κλάδου γύρω από τις σχέσεις του ιδιωτικου διεθνους δικαιου έχει άμεση συνέπεια στον νομικό σχεδιασμό: το «Δίκαιο» είναι ιδωμένο σαν ένα σύνολο, σας ένας μοναδικός τόπος μέσα από τη διπλή προσέγγιση, διαδικαστική και ουσιαστικη– ενσωματώνοντας εδώ τους διάφορους νομικούς κλάδους ad intram για την επίτευξη της δικαιοσύνης στην εφαρμογή του δικαίου και εδώ εντοπίζουμε την έννοια της διεθνούς αποτελεσματικής ένδικης προστασίας. Στο επίκεντρό της, η προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων και βέβαια η αρχή της νομιμότητας αποτελούν – και ελπίζουμε να αποτελούν πάντοτε – μια σύμφυτη λειτουργία του κράτους δικαίου.

Από τη μεριά τους οι σχέσεις του ιδιωτικου διεθνους δικαιου, υβριδικές και περίπλοκες, θεωρούνται ως μια ιδιαίτερη κλίμακα σχέσεων, που επιδέχεται μια πληθώρα συγκυριών και τεχνικών ρύθμισης στο σημείο συνάντησης διαφορετικών κλάδων ad extram, στους οποίους το ιδιωτικό διεθνές δίκαιο είναι συμπληρωματικό: το δημόσιο διεθνές δίκαιο, το διεθνές δίκαιο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, οι διεθνείς σχέσεις, το διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο, η διεθνής οικονομία ή τα διεθνή οικονομικά. Σε αυτό το διπλό σταυροδρόμι, το δικό μας ιδιωτικό διεθνές δίκαιο πληροί τη λειτουργία του να χαρίσει ακρίβεια και νέο αίμα σε όλες τις υπόλοιπες επιστημονικές προοπτικές, όντας απαραίτητο για τη σπουδή και την αναθεώρηση της θεωρίας των ασυλιών, συγκεκριμένα αυτών της εκτέλεσης, στις διεθνείς συνθήκες εργασίας και εργασιακής κινητικότητας, στη ρύθμιση νέων τρόπων αγοράς προϊόντων και υπηρεσιών στην αγορά των νέων τεχνολογιών, ή σε αυτή των δικτύων περίπλοκων χρηματοοικονομικών προϊόντων, για να δώσουμε κάποια παραδείγματα. Εκεί η ματιά μας οφείλει να είναι ακριβής και δημιουργική συνάμα, ξεπερνώντας εποικοδομητικά τα δύσκολα όρια της διεπιστημονικότητας.

  1. Ένα τέτοιο έργο είναι αδύνατον να το αναπτύξει κανείς σε φυσική, θεσμική και κυρίως επιστημονική απομόνωση: είναι έργο ειδικευμένων Επιστημονικών Ομάδων διεθνούς δομής, που εργάζονται σε δικά τους δίκτυα των κοινωνικών επιστημών και που επωμίζονται με συγκεκριμένο τρόπο το δεδομένο και την έννοια της «κινητικότητας». Αυτός ήταν ξεκάθαρα ο δεύτερος βασικός άξονας της ακαδημαϊκής μου ζωής, εκείνος που οδήγησε την ομάδα μας σε εξαιρετικά αποτελέσματα χάρη στην εντατική δουλειά «προς τα μέσα» του καθηγητή Rafael Arenas και στις συμμετοχικές και εκδοτικές ενέργειές του, αποτελέσματα που συμπληρώνονται από τα εξωστρεφή επιστημονικά δίκτυα που επί σειρά ετών εμπλουτίζαμε και αναπτύσσαμε.

Κινητικότητα όχι ως δόγμα αλλά ως επιταγή, κινητικότητα βασισμένη στη γνώση μεταξύ ανθρώπων και ομάδων, λαμβάνοντας υπόψη τόσο τους ουσιώδεις ίδιους πόρους των υλοποιούμενων προγραμμάτων σε ένα διεθνές και ευρωπαϊκό πλαίσιο, όσο και το ανθρώπινο περιβάλλον ως αδιαμφισβήτητο παράγοντα παραγωγικότητας των αποτελεσμάτων, τόσο στην έρευνα όσο και στη διδασκαλία μεταπτυχιακού κύκλου, μάστερ και διδακτορικού. Πολύ γρήγορα συνειδητοποίησα τη σπουδαιότητα για τις μεσογειακές μας κοινωνίες της ανάγκης για άνοιγμα των πανεπιστημίων μας δημιουργώντας τις βασικές ανταλλαγές φοιτητών και καθηγητών. Σε αυτό το πρώτο σκαλοπάτι, στις προπτυχιακές σπουδές, περισσότερο ως γλωσσική, ανθρώπινη και ζωτική παρά ως επιστημονική εμπειρία. Είναι βέβαιο ότι μετά οι φοιτητές μας θα το επαναλάβουν, λέγαμε – όπως και συνέβη – στα μεταπτυχιακά. Εργάστηκα εντατικά ως Αντιπρύτανης μεταξύ 1987 και 1990 δίπλα στον Αντιπρόεδρο Manuel Marín για τον ορισμό των κριτηρίων και την υλοποίηση του προγράμματος ERASMUS, παίρνοντας μέρος στα AAG [Academic Advisory Groups], στις Ακαδημαϊκές Συμβουλευτικές Επιτροπές της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, εκπροσωπώντας το Ισπανικο Υπουργείο Παιδείας, εν προκειμένω για τις Κοινωνικές και Ανθρωπιστικές Επιστήμες.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση υπήρξε για περισσότερα από πενήντα χρόνια μια νομική και οικονομική κοινότητα, ωστόσο υπήρξε επίσης μια κοινότητα δράσης, προτείνοντας μια δομική ένταξη μέσω των περιφερειακων  ταμείων , καθώς και μέσω προγραμμάτων έρευνας, που άλλαξε το πρόσωπο των χωρών και των πανεπιστημίων μας. Στην ακαδημαϊκή μου καριέρα αποδέχτηκα αυτή την πραγματικότητα από την αρχή αναλαμβάνοντας πολλαπλές ευθύνες χωρίς να δεχτώ να μεταβώ στις Βρυξέλλες. Πάντοτε επιθυμούσα να χρησιμεύω ως γέφυρα μεταξύ ανθρώπων και θεσμών, όταν ακόμα το “networking” δεν ήταν βασικό μάθημα της ήδη δικτυωμένης κοινωνίας μας. Ο ισπανικός ακαδημαϊκός κόσμος τής Νομικής ήταν ακόμα πολύ κλειστός, στη δική μας γενιά όμως, μας επετράπη να υλοποιήσουμε επιστημονικές παρεμβάσεις και να δημιουργήσουμε δίκτυα. Εδώ οφείλω να κάνω μνεία στη δημιουργία του Πανεπιστημιακού Ινστιτούτου Ευρωπαϊκών Σπουδών, με ίδια νομική προσωπικότητα, στο Αυτόνομο Πανεπιστήμιο της Βαρκελώνης (UAB) το 1985 (Νομική – Οικονομία – Διεθνείς Σχέσεις – Πολιτικές Επιστήμες), έχοντας μελετήσει και εμπνευστεί σε μεγάλο βαθμό από το Κέντρο που ίδρυσε ο καθηγητής Ευρυγένης στην Καλαμαριά, το ΚΔΕΟΔ εδώ στη Θεσσαλονίκη, χωρίς όμως τόση επιτυχία όσον αφορά στους οικονομικούς πόρους…. Ή στην περιπέτεια για την υλοποίηση ενός (διεπιστημονικού) Master στις Ανώτατες Ευρωπαϊκές Σπουδές του UAB (που είχε διάρκεια 15 ετών, από το 1985 ως το 2000) με ιδιαίτερα υψηλή διεθνή συμμετοχή ειδικών, κυρίως από το Στρασβούργο, τη Μπρυζ και τη Φλωρεντία, ένα από τα πρώτα στην εποχή του και με την καλύτερη φήμη στην Ισπανία. Από αυτά τα δύο βγήκαν γενιές και γενιές άριστα καταρτισμένων ανθρώπων, με πολιτικές ευθύνες σήμερα σε διεθνείς οργανισμούς ή σε διεθνή δικηγορικά γραφεία πρώτης γραμμής.

Σε αυτά αφιέρωσα το άλλο μισό αυτών των τριάντα χρόνων, χωρίς να χρειαστεί να μείνω στις Βρυξέλλες – πέρα από τα τέσσερα χρόνια που συμμετείχα ως αποσπασμένη εθνική εμπειρογνώμονας στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή -, πετώντας μέχρι τη Μπρυζ ή τη Βαρσοβία επί δεκαεπτά χρόνια για να διδάξω τις 25 ώρες που μου αναλογούσαν ετησίως. Αυτή τη θέληση, που δεν απαρνούμαι, του να μεταμορφώσω τα πράγματα, τη βίωσα έντονα καθ’ όλη αυτή την περίοδο ως ακαδημαϊκός, ως Ευρωπαία και ως γυναίκα. Ακόμη θυμάμαι με μεγάλο χαμόγελο τη στιγμή που μου απονεμήθηκε το βραβείο για τη Γυναίκα της Ευρώπης της χρονιάς 1989 – 1990 για την Ισπανία, φιναλίστ στη δεύτερη θέση στο Παρίσι όπου πάντοτε με συνόδευε ο Πρύτανής μου, αφού εκείνος είχε δημιουργήσει μια Αντιπρυτανεία αποκλειστικά Ευρωπαϊκών Θεμάτων το 1987 για το πανεπιστήμιό μας. Και σε αυτό το πλαίσιο αναδιάρθρωσης και ανανέωσης, μπροστά στις στρεβλές και αδέξιες ερμηνείες του πνεύματος της Μπολόνια, δέχτηκα να προεδρεύσω στον Ευρωπαικό Σύνδεσμο Νομικών Σχολών  E.L.F.A, (European Law Faculties Association) και να αποτελέσω μέλος του Διοικητικού του Συμβουλίου επί τέσσερα χρόνια.

  1. Κυρίες και Κύριοι,Όφειλα να απαντήσω σε αυτή την τιμητική διάκριση του Πανεπιστημίου Μακεδονίας με μια επεξήγηση της μόνιμης λογικής που καθοδήγησε στο παρελθόν τον ακαδημαϊκό και προσωπικό μου βίο, και των αποτελεσμάτων που επετεύχθησαν όσον αφορά στις επιστημονικές εργασίες και τα ερευνητικά προγράμματα (Δίκαιο του Ανταγωνισμού και της Εσωτερικής Αγοράς και οι σχέσεις του με το Ιδιωτικό Διεθνές Δίκαιο: συστημικά όρια. Συνοχή του ευρωπαϊκού νομικού μοντέλου): πρώτος βασικός άξονας. Επίσης, όσον αφορά στη δράση: οι δομικές μετατροπές των προγραμμάτων των διεθνών κλάδων στην Ισπανία, και το άνοιγμα των πανεπιστημίων μας στο παγκόσμιο γίγνεσθαι, αρχής γενομένης στην Ευρώπη: δεύτερος βασικός άξονας.

Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι στην Ισπανία ο ακαδημαϊκός κόσμος δεν είχε κάνει καθόλου ανοίγματα, σε αντίθεση με ό,τι συνέβαινε στην Ελλάδα (δεύτερη χώρα στον κόσμο τη δεκαετία του ΄80 σε εξαγωγή πτυχιούχων στελεχών), και σε αντίθεση ακόμα και με την Πορτογαλία (με τις δομικές της σχέσεις με το Ηνωμένο Βασίλειο και τα πανεπιστήμιά του) λόγω μιας δικτατορικής και αυταρχικής πολιτικής που απομόνωσε τους δασκάλους μας από σχεδόν κάθε διεθνή επαφή, ακόμα και με τους εξόριστους Ισπανούς. Δεν υπήρχαν τότε ούτε καν προγράμματα συνεργασίας με τη Λατινική Αμερική. Πολλοί από τους δικούς μας καθηγητές νομικής, ακόμα και οι διεθνιστές, δεν μιλούσαν καμία ξένη γλώσσα. Υπήρξα λοιπόν μάρτυρας και ενεργός συνιστώσα μιας μεγάλης αλλαγής, την οποία ελπίζω να μην εγκαταλείψουμε κάνοντας βήματα προς τα πίσω. Όπως όλοι οι συνάδελφοι της γενιάς μου, βίωσα με υπερβολική ταχύτητα τον εκδημοκρατισμό, την αποκέντρωση και την ανάπτυξη της νομοθετικής ποικιλομορφίας στη χώρα μου, καθώς και τον εξευρωπαϊσμό της, έννοια στην οποία επιχειρώ στις τελευταίες εργασίες μου να προσδώσω ένα νομικό και όχι απλώς στατιστικό περιεχόμενο.

Επιτρέψτε μου, ωστόσο, να προχωρήσω λίγο πιο πέρα σε αυτό το τελευταίο μέρος της απάντησής μου: πρώτα απ’ όλα θίγοντας εκ νέου τις γραμμές έρευνας, ανεπτυγμένες πλέον υπό αυτές τις ιδιαίτερες συνθήκες ευρωπαϊκής και συστημικής κρίσης που βιώνουμε,. Θα ήθελα όμως να προτείνω ιδέες όχι μόνο για ένα ακαδημαϊκό κυρίως μέλλον, όπως είναι αυτή η εκδήλωση που μας συγκεντρώνει απόψε εδώ, αλλά και για μια δράση προς ανάπτυξη από κοινού. Έχω θέσει ως στόχο όλα αυτά να μην μείνουν στα λόγια αλλά να γίνουν έκκληση για «κοινή σκέψη» και «κοινή δράση».

Η πρώτη μου ανησυχία, αυτή της «κοινής σκέψης», απευθύνεται στην αμφισβήτηση της μελλοντικής προοπτικής για τα εθνικά και διεθνή μας συστήματα του κράτους δικαίου και των παγκόσμιων ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Χωρίς να χρειάζεται να παραθέσω τον Habermas ή τον Hobsbawn, ούτε καν τον A. Touraine δεδομένου ότι όλοι εκείνοι είναι μάρτυρες της αλλαγής του αιώνα μας μέσα από τη σκοπιά που προσφέρει μια ωριμότητα εξαιρετικά δραστήρια, έχουμε όλοι απόλυτη επίγνωση ότι τα προβλήματα των αναδυόμενων κοινωνιών κυλούν μέσα από διαφορετικές διόδους του Κράτους Δικαίου και των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Το πρόβλημά τους είναι να εμφανιστούν στον «χάρτη» του κόσμου ως πρωταγωνιστές. Και η Δύση; Η Δύση δεν ήταν παράδειγμα, ούτε πριν, ούτε τώρα βέβαια, παρά μόνο μιας τυπικής, πλειστάκις υποκριτικής βούλησης να διατηρηθούν οι ιδιόμορφες δημοκρατίες της, στις οποίες ενίοτε ισχύει ακόμα η θανατική ποινή. Και η Ευρώπη επαναπαύεται, ριψοκινδυνεύοντας να εξαφανιστεί από το χάρτη. Η Δύση επιβιώνει χάρη σε και παρά τις «δημοκρατικές τρύπες» των φορολογικών παραδείσων της, των κέντρων τύπου Γουαντάναμο, της φαινομενικά αντιδραστικής  έννοιας της «ασφάλειας» και του «κινδύνου», έννοιες αμφότερες ευρύτατες.

Από την άλλη μεριά, και συγκεκριμένα στην πιο πρόσφατη εξέλιξη της θεωρίας των ασυλιών δικαιοδοσίας και εκτέλεσης (βλέπε τη σχετική Απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης της 3ης Φεβρουαρίου 2012, στην υπόθεση Γερμανίας εναντίον Ιταλίας για την ευθύνη της τελευταίας ενώπιον των Ιταλών θυμάτων στο Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, με μια εξαιρετική παρέμβαση εκ μέρους της Ελλάδας), φαίνεται πως υπάρχει υπαναχώρηση όσον αφορά στους περιορισμούς που εναντιώνονταν στην εξέλιξη αυτή τον τελευταίο μισό αιώνα: ένα κράτος που έχει διαπράξει σοβαρές παραβιάσεις του Δικαίου των ενόπλων συρράξεων (Διεθνές Ανθρωπιστικό Δίκαιο) μπορεί να επικαλεστεί την ασυλία πολιτικής δικαιοδοσίας στα ξένα δικαστήρια στα οποία προσέφυγαν θύματα τέτοιων ενεργειών; Η καταφατική απάντηση του Δικαστηρίου μας θέτει το εξής ερώτημα: Μήπως έχουμε ζήσει απλώς μια περίοδο δυόμισι αιώνων εγκαθίδρυσης των επονομαζόμενων θεμελιωδών δικαιωμάτων, της κουλτούρας των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και του Κράτους Δικαίου από το 1789 μέχρι σήμερα;

Με αυτό εννοώ ότι, πέρα από τον πολιτικό ρόλο που κάθε πολίτης οφείλει να αναπτύξει, πρέπει, μέσα από έναν επιστημονικό σχεδιασμό, να συγκεκριμενοποιήσουμε υπό αυτό το πρίσμα τους κινδύνους και τις ανάγκες για έρευνα σε μια παγκόσμια κοινωνία που χαρακτηρίζεται από την πολυπλοκότητά της και από αυτή την απώλεια δημοκρατικών αξιών. Πρέπει να προσφέρουμε, μέσα από τους διεθνείς επιστημονικούς μας κλάδους, μέσα από τις προαναφερθείσες επιστημονικές διασταυρώσεις, εμπειρία και ακρίβεια, αλλά και κοινό νου. Θα αποτολμήσω στη συνέχεια να προτείνω ορισμένες ιδέες σχετικές με τους επόμενους, κατά την άποψή μου, βασικούς άξονες των ερευνών μας. Όλες τους θέτουν υπό αμφισβήτηση τόσο τη μέθοδο (είτε μία και μοναδική, είτε συνδυασμός μεθόδων) όσο και τον τόπο (σημείο συνάντησης διάφορων υλικών προσεγγίσεων, με ποικίλες ρυθμίσεις) στις οποίες θα πρέπει να δώσουμε μιαν απάντηση.

Από μεθοδολογική άποψη, οι καθηγητές νομικής και οι διεθνολόγοι οφείλουμε να επιστήσουμε την προσοχή μας ως επιστημονικό αντικείμενο περισσότερο στις ροές των σχέσεων  του ιδιωτικου διεθνους δικαιου(διασπορές και μεταναστευτικά ρεύματα, αιτίες του υβριδισμού μιας συγκεκριμένης κοινωνίας που βρίσκεται σε στάτους μεταπολεμικό ή βίαιης μετακίνησης πληθυσμών· ακόμα και σε γεωπολιτικούς δομικούς περιορισμούς: ποταμοί και ακτές, οροσειρές), παρά στα στατικά δεδομένα (αρχές και τέλη πολεμικών περιόδων, προσαρτήσεις εδαφών και ημερομηνίες, ημερομηνίες συνταγματικών ή νομικών αναθεωρήσεων, καθαρά ποσοτικά στατιστικά στοιχεία), υποβόσκοντα ή προγενέστερα κάθε κοινωνιολογικής ή νομικής έννοιας, ενσωματώνοντας τις “policies” στον τομέα. Αυτό προϋποθέτει μια σωστή, αυστηρή χρήση των μεθόδων άλλων επιστημονικών κλάδων μέσα από τον δικό μας: εν ολίγοις, ένα μεθοδολογικό πλουραλισμό στο στάδιο της πλήρους ανάλυσης των σχέσεων του ιδιωτικου διεθνους δικαιου στη δική μας περίπτωση, ως αντικείμενο ρύθμισης.

Από τη σκοπιά του «τόπου», λόγω της ανησυχίας μου για την επίτευξη της διεθνούς ρύθμισης στα νέα ανεξερεύνητα πεδία των ιδιωτικών διεθνικών σχέσεων, αναπαράγοντας το μοντέλο που προσανατόλισε όλη μου τη ζωή, και ούσα θιασώτρια απλών επιτακτικών ρυθμίσεων, είτε με ελάχιστα, είτε με μέγιστα όρια, θα τις ρύθμιζα και θα προέβαλλα με συγκεκριμένο τρόπο μονάχα τα πιο αντικρουόμενα σημεία συνάντησης των νέων υπό εξέλιξη τομέων. Ας δώσουμε ένα παράδειγμα: η ανάπτυξη των τεχνολογιών θέτει όχι μόνο τα προβλήματα της υπερτοπικότητας των συμβάσεων των διαφόρων δικαιοδοσιών και της παντοδυναμίας τους, αλλά και προβλήματα προστασίας προσωπικών δεδομένων, χρήσης εκτός επικράτειας προσωπικών δεδομένων, είτε για υποτιθέμενους λόγους ασφαλείας, είτε για καθαρά εμπορικούς λόγους. Η χρήση των νέων τεχνολογιών θέτει, ως δεύτερο παράδειγμα, πολυάριθμα προβλήματα βιοηθικής ή ακόμα και ποινικά ζητήματα, σύμφωνα με τα διαφορετικά, αυστηρά υγειονομικά ή κερδοσκοπικά και εγκληματικά χαρακτηριστικά της πιθανής διακίνησης ανθρώπινων οργάνων, δεδομένης της υπάρχουσας νομοθετικής ποικιλομορφίας. Η βιοηθική με τη σειρά της, μας θέτει τα όρια του οικογενειακού δικαίου, στις περιπτώσεις χρήσης παρένθετου προσώπου, παρένθετης μητέρας, ή του περιθώριου εφαρμογών των βλαστοκυττάρων, στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής και παγκόσμιας νομοθετικής ποικιλομορφίας. Μια κοινωνία της γνώσης και της πληροφορίας με πολλαπλά ανοιχτά ζητήματα, που ανανεώνει, συρρικνώνει και επαναπροσεγγίζει όλο το δίκαιο των πνευματικών δικαιωμάτων (εταιρείες πνευματικών δικαιωμάτων ενώπιον ριζοσπαστικής ελευθερίας και δωρεάν διάθεσης) ή των ευρεσιτεχνιών (στον τομέα, κυρίως, των φαρμάκων).

Εν ολίγοις, η πολυπλοκότητα είναι η επιστημονική σταθερά μας, η δημιουργικότητα ο προορισμός μας. Ακολουθώντας και μεταφέροντας στο δικό μας πεδίο μια όμορφη ιδέα του Georg Steiner (The poetry of thought, στο τέλος του Προλόγου του), η ποιητική διάνοια της αφηρημένης νομικής σκέψης υλοποιείται στον πλούτο της ζωής των διεθνικών σχέσεων και μπορεί να εισακουστεί σε αυτές. Το νομικό επιχείρημα αντηχεί στη ζωή σαν τύμπανο και μας καλεί να συλλογιστούμε δημιουργώντας και αναζητώντας ένα αποτέλεσμα ποιητικό αλλά και ικανό να εισακουστεί.

Το να δώσω νομική και νομοθετική ή πρακτική απάντηση σε τέτοιες αντιθέσεις και παράδοξα στο πλαίσιο της προαναφερθείσας πολυπλοκότητας, αποτελεί την προσωπική μου κλίση, παίρνοντας την Ευρώπη ως εργαστήριο και κοιτάζοντάς την από τον Νότο, από τις δυο μας χώρες, την Ισπανία και την Ελλάδα. Από αυτό το θαύμα που είναι ο Βορράς του Νότου,ο Βορρας των χωρων μας. Διότι η ψυχή της Ευρώπης βρίσκεται στη Μεσόγειο, όπως τόσες φορές παραλείπουμε να πούμε. Γι’ αυτό πρέπει η Θεσσαλονίκη και η Βαρκελώνη – πόλεις με παρελθόν και με μέλλον – να ανακτήσουμε την παλιά μας σκηνή, χαρακτηριστική των πόλεων της Μεσογείου που αναγνωρίζουν η μία την άλλη σε μια τέλεια αναγνώριση, υλοποιώντας γόνιμα προγράμματα της κοινωνίας των πολιτών.

Και για να ολοκληρώσω, επιτρέψτε μου να παραθέσω τα τέσσερα σοφά βλέμματα που διαμόρφωσαν στη δική μου περίπτωση αυτή την «ανοιχτή ματιά» στον κόσμο, συμπεριλαμβανομένου και του επιστημονικού, ματιά που θα επιχειρήσω να διατηρήσω ως το τέλος. Η πρώτη ματιά, από τον μεγάλο Ramon Llull, τον Raimundus Lullius, τον μεγάλο σοφό γεννημένο στη Μαγιόρκα του 13ου αιώνα, ανοιχτό όσο λίγοι σε θρησκείες και πιστεύω:

«Και έτσι, καθώς έχουμε έναν Θεό, έναν δημιουργό, έναν Κύριο, ας φτιάξουμε μια πίστη, μια ένωση, μια ομάδα και έναν τρόπο να αγαπούμε και να τιμάμε τον Θεό, και ας γίνουμε φίλοι και αρωγοί οι μεν των δε, και μεταξύ μας να μην υπάρχει καμιά διαφορά ή αντιπαράθεση πίστης ούτε ηθών». Libro del gentil e los tres savis, 4.

Στη συνέχεια, δυο ματιές βαθιά ανθρώπινες, η πρώτη λογοτεχνική και η δεύτερη κινηματογραφική, που με σημάδεψαν ανεξίτηλα: η Μαργκερίτ Γιουρσενάρ και το ανθρώπινο και διαχρονικό δράμα του Αδριανού, με τις μεταφράσεις της του Καβάφη και τον ακτινοβόλο κοσμοπολιτισμό της. Η δεύτερη, η έννοια του γεωγραφικού αλλά κυρίως του ανθρώπινου «συνόρου», εκπεφρασμένου στο έργο του Θεόδωρου Αγγελόπουλου, ο οποίος μας κληροδότησε άπειρα σφραγισμένα εδάφη, με δύσκολα σύνορα, με κυκλικές ροές σε διαρκή δόμηση ή αποδόμηση, σε διαρκή αναγέννηση.

Θέλω, τέλος, για την τέταρτη σοφή ματιά που τόσο με επηρέασε, να κάνω σε αυτή την εκδήλωση μια anagnórisis, να αποτίσω φόρο τιμής σε αυτή την αγαπημένη μου πόλη της Θεσσαλονίκης. Ξέρω πώς αυτή η λέξη σημαίνει «αναγνώριση», και συνίσταται στην ανακάλυψη από τη μεριά ενός χαρακτήρα, στον λογοτεχνικό κόσμο, ουσιωδών στοιχείων γύρω από την ταυτότητά του, άγνωστα σε εκείνον μέχρι εκείνη τη στιγμή. Η αποκάλυψη τον υποχρεώνει να διαμορφώσει μια πιο συγκεκριμένη ιδέα για τον ίδιο και για όσα τον περιτριγυρίζουν. Προσωπική αναγνώριση, αφού με αναγνωρίζω σε αυτή την πόλη που κάποτε μου αποκάλυψε μέρος από τις εβραίο-ισπανικές ρίζες μου στη σεφαρδίτικη γλώσσα. Στο έργο Ladino Reveries του Hank Halio υπάρχει μια παράθεση του 1932, όταν ένας πατέρας δίνει συμβουλές στον γιο του πριν πάει στη δουλειά, που μου μοιάζει με μουσική όταν την ακούω και της οποίας η μεσαιωνική ορθογραφία με μαγεύει:

LAVORA DURO. NUNKA KIERRO KE VENGAS A KAZA Y KE ME DIGAS KE TU “BOSS” ES UN ESTUPIDO Y KOMO LO ENGANYATES Y IZITES MUY POKO LAVORO AKEL DIA. KUANDO LAVAS LOS CHINIS, LAVALOS KOMO TU MADRE LOS LAVA AKI EN KAZA. KUANDO LAVAS LOS TENGERES Y LOS TIFSINES, AZELOS TAN PARLAK KE TE PUEDES VER LA KARA KOMO SI FUERA UN ESPEJO. Y KUANDO LAVAS LA MUSHAMA, LAVALA KOMO SI IVAS A KOMER DE EMBASHO. AKODRATE LAS KARAS Y LOS NOMBRES DE TODOS LOS MUSHTERIS Y SIEMPRE TRATALOS KON KORTESIA”

«Δούλεψε σκληρά. Δεν θέλω ποτέ να έρθεις σπίτι και να μου πεις ότι το αφεντικό σου είναι χαζό και πως τον ξεγέλασες και έβγαλες πολύ λίγη δουλειά εκείνη τη μέρα. Όταν πλένεις τα πιάτα να τα πλένεις όπως τα πλένει η μάνα σου εδώ στο σπίτι. Όταν πλένεις τους τετζερέδες και τα ταψιά, κάντα τόσο λαμπίκο που να μπορείς να δεις σε αυτά το πρόσωπό σου σαν να ήταν καθρέφτης. Και όταν πλένεις τον μουσαμά, πλύντον σαν να μπορούσες να φας από το πάτωμα. Να θυμάσαι τα πρόσωπα και τα ονόματα όλων των πελατών και να τους φέρεσαι πάντα με ευγένεια».

Ή στο όμορφο θεσσαλονικιώτικο τραγούδι Μορενίκα:

Morenika a mi me yaman
Los marineros.
Si otra vez ami me yaman.
Me
vo kon eyos.

Μελαχροινούλα με φωνάζουν
Οι ναυτικοί
Αν πάλι με φωνάξουν
Μαζί τους θα φύγω

Μια αναγνώριση που βρίσκω, τέλος, στη ματιά του Ευρωπαίου διανοούμενου Edgard Morin, αφηγούμενου τις εβραίο-ισπανικές του ρίζες σε αυτή την πόλη, και τη ζωή με συνεχείς μεταναστεύσεις του πατέρα του, στα πρόσφατα απομνημονεύματά του “Vidal et les siens”. Μας υπενθυμίζει ότι «ούτε ο θόρυβος των τεθωρακισμένων μπόρεσε να σβήσει τα φώτα της Σαλονίκης του 20ού αιώνα, όπου οι διαφορετικές θρησκευτικές και πολιτισμικές κοινότητες συνυπήρχαν σε απόλυτη αρμονία και όπου ενσωματώθηκε, όπως και σε άλλα μέρη του κόσμου, ο παγκόσμιος Εβραίος, κοσμικός και φιλελεύθερος, κινητήρια δύναμη της ελευθερίας και της δημοκρατίας», στη συνέντευξή του κατά την παρουσίαση του βιβλίου στη Βαρκελώνη.

Θεσμική αναγνώριση, αφού το σύνολο αυτό των αποκαλύψεων θα οδηγήσει τους δύο φορείς μας στο να συσφίξουν ακόμα περισσότερο τις σχέσεις τους ώστε να ανοικοδομήσουν από τον Νότο αυτή την Ευρώπη που επιθυμούμε και κυρίως την Ευρώπη που τόσο έχουμε ανάγκη.

Σας ευχαριστώ πολύ.

Θεσσαλονίκη, 9 Νοεμβρίου 2012.